Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

τἆλλα+οὕτως+ἐπανισῶν+ἔνεμε

См. также в других словарях:

  • επανισώ — ἐπανισῶ, όω (Α) 1. κάνω κάτι ίσο, ισοδύναμο με άλλα, εξισώνω, ισοσταθμίζω («και τἆλλα οὕτως ἐπανισῶν ἔνεμε», Πλάτ.) 2. επαναφέρω στην κανονική θέση, στη μεσότητα («ἐπανισουμένους τῷ πλήθει τε καὶ ὀλιγότητι τῆς διανομῆς», Πλάτ.) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»