-
21 случай
-я α.1. περίπτωση, περιστατικό, συμβάν•непредвиденный случай απρόβλεπτη περίπτωση•
особенный случай ιδιαίτερη περίπτωση•
в подобном -е σε τέτοια (παρόμοια) περίπτωση•
в противном -е σε αντίθετη περίπτωση•
как в настоящем -е όπως τώρα σ αυτή εδώ την περίπτωση•
ни в коем -Θ σε καμιά περίπτωση•
если представится случай αν παρουσιαστεί περίπτωση•
на случай смерти σε περίπτωση θανάτου•
-и из моей жизни περιστατικά από τη ζωή μου•
редкий случай σπάνια περίπτωση.
|| κρούσμα•-заболевания κρούσμα ασθένειας•
-и нарушения дисциплины κρούσματα απειθαρχίας.
2. περίσταση• ευκαιρία•в донном -е στη δοσμένη περίσταση•
в удобном -е στη κατάλληλη ευκαιρία•
по -ю чего με την ευκαιρία του....
3. βλ. случайность.εκφρ.в -е чего – σε περίπτωση που•на -е – α) σε περίπτωση, β) παλ. τυχαία•от -я к -ю – πότε-πότε, από καιρό σε καιρό, που και που, κάπου-κάπου•купить по -ю – αγοράζω σε τιμή ευκαιρίας•по -ю чего – λόγω, συνεπεία, ένεκα•при -е – α) σε ώρα ανάγκης, στην ανάγκη, β) σε μερικές περιπτώσεις, κάποτε, ενίοτε•в таком (этом) -е – σε τέτοια (αυτή) ή τη δοσμένη περίπτωση•в -е если – σε περίπτωση αν..., на первый случай για πρώτη φορά•быть в -е; попасть в -е – είμαι τυχερός, τυχαίνω σε ευνοϊκή κατάσταση.
- 1
- 2
См. также в других словарях:
Κοιλάδα του Θανάτου — Βλ. λ. Θανάτου, κοιλάδα … Dictionary of Greek
Θανάτου, Κοιλάδα του- — (Death Valley). Βαθύ τεκτονικό ρήγμα στη νοτιοανατολική Καλιφόρνια των ΗΠΑ, κοντά στα σύνορα Καλιφόρνια και Νεβάδα. Εκτείνεται από τα Β προς τα Ν σε μήκος περίπου 225 χλμ., ενώ το πλάτος της κυμαίνεται από 6 έως 26 χλμ. Πλαισιώνεται από τις… … Dictionary of Greek
Θανάτου, γραφέας — (5ος αι. π.Χ.). Συμβατικό όνομα αρχαίου αγγειογράφου, του οποίου το πραγματικό όνομα παραμένει άγνωστο. Φιλοτεχνούσε λευκές ληκύθους, που επειδή τις χρησιμοποιούσαν κυρίως σε νεκρικές τελετές, η θεματολογία τους ήταν εμπνευσμένη από αυτές. Έχουν… … Dictionary of Greek
θάνατος — Αρχαιοελληνική θεότητα, προσωποποίηση του θανάτου. Σύμφωνα με τον Ησίοδο ήταν γιος του Ερέβους και της Νύχτας και αδελφός του Ύπνου. Ο ίδιος αναφέρει ότι ο Θ. κατοικούσε στον Τάρταρο, είχε σιδερένια καρδιά και ήταν ανελέητος και σκληρός με τους… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… … Dictionary of Greek
АФАНАСИЙ I ВЕЛИКИЙ — [Греч. ̓Αθανάσιος ὁ Μέγας] (ок. 295, Александрия? 2.05.373, там же), cвт. (пам. 18 янв., 2 мая), еп. Александрийский (с 8 июня 328), великий отец и учитель Церкви. Свт. Афанасий Великий. Фреска собора мон ря прп. Антония Великого в Египте. XIII в … Православная энциклопедия
μοίρα — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 860 μ., 41 κάτ.) στην πρώην επαρχία Πάτρας του νομού Αχαΐας. Βρίσκεται νοτιοανατολικά της Πάτρας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πατρέων. * * * η (ΑΜ μοῑρα, Α ιων. γεν. ης) 1. τμήμα ενός συνόλου χωρισμένου σε μέρη, τεμάχιο … Dictionary of Greek
νεκροψία — Διαγνωστική έρευνα που γίνεται από ειδικευμένους γιατρούς σε νεκρό σώμα για να διαπιστωθούν τα αίτια του θανάτου, είτε για καθαρώς διαγνωστικούς σκοπούς είτε για ιατροδικαστικούς, όταν υπάρχει υπόνοια ότι ο θάνατος του ατόμου οφείλεται σε… … Dictionary of Greek