-
121 hamper
-
122 have it one's own way
(to get one's own way: Oh, have it your own way - I'm tired of arguing.) κάνω ό,τι νομίζω/ του κεφαλιού μου -
123 have (someone) on a string
(to have (a person) under one's control.) έχω(κάποιον)του χεριού μου -
124 have (someone) on a string
(to have (a person) under one's control.) έχω(κάποιον)του χεριού μου -
125 head-dress
noun (something, usually ornamental, which is worn on, and covers, the head: The tribesmen were wearing head-dresses of fur and feathers.) (διακοσμητικό)κάλυμμα του κεφαλιού,περικεφαλαία -
126 henpecked
[-pekt]adjective ((of a man) ruled by his wife: a henpecked husband.) καταδυναστευόμενος,που τον σέρνει από τη μύτη η γυναίκα του -
127 here's to
interjection (used as a toast to the health, success etc of someone or something: Here's to the success of the new company.) στην υγειά του -
128 him etc
(an expression of approval: You've passed your exam - good for you!) μπράβο σου, του!
См. также в других словарях:
τού — του , τις any one gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τόυ — του , τις any one gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Του Φου — Κινέζος ποιητής της δυναστείας Τ’ανγκ (Τούλινγκ, Σενσί 712 – Λέιγιανγκ, Χουνάν 700). Σύγχρονος του Λι Πο, διεκδικεί από αυτόν την πρώτη θέση στην ιστορία της κινεζικής ποίησης. Εμπνεόμενος από τον κομφουκιανισμό, έγραψε ποιήματα με βαθύ στοχασμό… … Dictionary of Greek
του — το, Ν άκλ. μετρολ. κινεζική μονάδα χωρητικότητας ισοδύναμη με 10 λίτρα … Dictionary of Greek
τού — Α (βοιωτ. τ. ονομ. εν. τής προσ. αντων. β προσ.) βλ. εσύ … Dictionary of Greek
του — τις any one gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοὐ — ἑ , ἕ masc/fem acc sg (epic) οὐ , οὐ in truth proclitic indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοῦ — ὁ lentil masc/neut gen sg τίς gen sg (attic) τις any one gen sg (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Τοῦ καὶ ἀπὸ γλώσσης μέλιτος γλυκίων ῥέεν αὐδή. — См. С тобой разговориться, что меду напиться … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Βατικανού, Πόλη του- — (Citta del Vaticano) Ιδιότυπο ανεξάρτητο κράτος, μέσα στην πόλη της Ρώμης (Ιταλία). Πολιτικά στοιχεία Περικλεισμένη μέσα στα Λεόντεια Τείχη της Ρώμης, η Π. του Β. κατέχει μόνο ένα τμήμα του αρχαίου Ager Vaticanus που απλωνόταν ανάμεσα στις… … Dictionary of Greek
ιονισμός (του ατόμου) — Φαινόμενο κατά το οποίο ένα άτομο, αρχικά ουδέτερο, μετατρέπεται σε ένα ιόν, που έχει ένα ή περισσότερα ηλεκτρικά φορτία, καθώς ένας αριθμός ηλεκτρονίων, που περιφέρονταν αρχικά γύρω από τον πυρήνα του, έχει διαφύγει της έλξης και κινούνται,… … Dictionary of Greek