-
1 τοξότης
τοξότης, ὁ, der Bogenschütze; Il. 11, 385; Her. 7, 158 u. sonst; Aesch. Ag. 614. 1167; τοξόταν στρατόν, Pind. Ol. 13, 89; Soph. Ant. 1020; Eur.; Thuc. u. Folgde in Prosa überall. – Auch das Sternbild des Schützen im Thierkreise. – In Athen Polizeiod. Gerichtsdiener, Ar. oft, u. sonst.
-
2 τοξοτης
I- ου ὅ1) лучник, стрелец Hom., Her., Trag.ἀτράκτων τοξόται Eur. = τοξόται;
οἱ τοξόται Arph., Plat. ( в Афинах) — лучники ( набиравшиеся из пленных скифов и несшие полицейскую службу)2) созвездие Стрельца Plut., Luc.IIдор. τοξότας -α adj. m вооруженный луками(στρατός Pind.)
-
3 τοξότης
τοξότηςbowman: masc nom sg (doric) -
4 τοξότης
A bowman, archer, Il.11.385, A.Ag. 628, IG12.929.67, 949.79, Hdt.3.39, Th.4.28, etc.;τοὺς τ. τούς τε ἀστοὺς καὶ τοὺς ξένους IG12.79.3
;ἀτράκτων τοξόται E.Rh. 312
;τ. στρατός Pi. O.13.89
; as a device on Persian coins, Plu.Ages.15, Art.20.2 the Archer, Sagittarius, a sign in the Zodiac, Eudox. ap. Hipparch. 1.2.20, Luc.VH 1.18, Ptol.Alm.8.1, Vett Val.11.3, Supp.Epigr.7.363.3 (Dura-Europus, ii A. D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > τοξότης
-
5 τοξότης
A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > τοξότης
-
6 τοξότης
τοξότης, ὁ, der Bogenschütze. Auch das Sternbild des Schützen im Tierkreise; In Athen Polizei- od. Gerichtsdiener -
7 τοξότης
τοξότης, ου, ὁ (Hom. et al.; ins, pap, JosAs, Joseph.) archer AcPl Ha 5, 6.—DELG s.v. τόξον. -
8 τοξότης
ο1) ист. лучник; 2) (Т.) Стрелец (созвездие) -
9 τοξότης
-
10 τοξότης
-ου + ὁ N 1 1-6-1-0-2=10 Gn 21,20; 1 Sm 31,3; 1 Chr 10,3; 2 Chr 14,7; 17,17archer Gn 21,20ἱππεῖς τοξότας archers on horseback, archer cavalry Jdt 2,15*2 Chr 22,5 οἱ τοξόται the archers-ַהרִֹמים for MT יםמָּהַרִ the Arameans -
11 τοξότης
[токсотис] ουσ α стрелок из лука, лучник. (αστρολ.) созвездие Стрельца. -
12 τοξότης
el sagitari -
13 τοξότης
archer -
14 τοξότης
łucznik (m) rzecz. -
15 τοξότης
1) lučištník2) lukostřelec -
16 τοξότης
archerΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > τοξότης
-
17 ψυλλο-τοξότης
ψυλλο-τοξότης, ὁ, Flohschütze, Flohritter, Luc. V. H. 1, 13.
-
18 Σκυθο-τοξότης
Σκυθο-τοξότης, ὁ, ein scythischer Bogenschütze, Xen. An. 3, 4, 15.
-
19 ἀφ-ιππο-τοξότης
-
20 ὁπλο-τοξότης
ὁπλο-τοξότης, ὁ, eine Art schwerbewaffneter Bogenschützen, Nicet.
См. также в других словарях:
τοξότης — bowman masc nom sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοξότης — I (Αστρον.). Αστερισμός στο νότιο ημισφαίριο. Βρίσκεται ανάμεσα στον Αιγόκερο και στον Σκορπιό και αποτελείται από 298 αστέρες, από τους οποίους 65 φαίνονται με γυμνό μάτι. Ο Τ. έχει επίσης πολλά αστρικά σμήνη και 3 νεφελώματα. Ο Τοξότης είναι ο… … Dictionary of Greek
τοξότης — ο 1. αρχαίος στρατιώτης οπλισμένος με τόξο. 2. ως κύρ. όν., Τοξότης, ο ο ένατος αστερισμός του ζωδιακού κύκλου … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
τοξόται — τοξότης bowman masc nom/voc pl (doric) τοξότᾱͅ , τοξότης bowman masc dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοξοτῶν — τοξότης bowman masc gen pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοξόταιν — τοξότης bowman masc gen/dat dual (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοξόταις — τοξότης bowman masc dat pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοξότην — τοξότης bowman masc acc sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοξότου — τοξότης bowman masc gen sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοξότῃ — τοξότης bowman masc dat sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τοξότῃσι — τοξότης bowman masc dat pl (epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)