-
41 ещё
επίρ.1. ακόμα, επί πλέον, προσέτι•он глуп да ещё ленивый είναι κουτός και επί πλέον τεμπέλης•
ещё раз ακόμα μι,α φορά•
она жива αυτή είναι ακόμα ζωντανή•
ещё скажите ему ακόμα πέστε του•
ещё ему этого мало? ακόμα δεν του φτάνει; δεν είναι ευχαριστημένος;•
нет ещё όχι ακόμα.
2. μέχρι τώρα, ως τώρα•она ещё не спала αυτή ακόμα δεν κοιμήθηκε•
он не женат ещё αυτός είναι ακόμα ανύπαντρος•
я не устал ακόμα δεν κουράστηκα.
3. πια, ήδη•дом сгорел ещё в прошлом году το σπίτι •κάηκε πια από πέρυσι.
4. περισσότερο, πιο πολύ, ακόμα πιο•она стала ещё красивее αυτή έγινε πιο ομορφότερη.
εκφρ.ещё бы – α) βέβαια, ναι, μάλιστα, ασφαλώς, εννοείται, και ρωτάς; θέλει ρώτημα;•нравится вам музыка чайковского? ещё-бы – σας αρέσει η μουσική του Τσαϊκόβσκι; ещё και ρωτάς (ακόμα), β) αυτό λείπει ακόμα•ещё ты был бы недоволен! – αυτό έλειπε (έφτανε) ακόμα να είσαι και δυσαρεστημένος!•ещё и ещё – ακόμα και ακόμα, κι άλλο κι. άλλο•а ещё... – (επιτίμηση) ακόμα...•чего вы лезете без очереди? а ещё в очках! – γιατί παραβιάζετε τη σειρά; ακόμα φοράτε και γυαλιά!•можно было привести ещё и ещё десятки примеров – μπορούσα να αραδιάσω δεκάδες παραδείγματα•все ещё – ως τώρα ακόμα, μέχρι τώρα ακόμα•он все ещё ждет – αυτός μέχρι τώρα περιμένει ακόμα. -
42 заведомый
επ.προφανής, καταφανής, ολοφάνερος, πρόδηλος• γνωστός, πασίγνωστος, ονομαστός, ξακουστός•-ая ложь ολοφάνερο ψέμα•
он заведомый лентяй αυτός είναι γνωστός τεμπέλης.
-
43 захребетник
-а α. (απλ.) τεμπέλης, χαραμοφάγης. -
44 излениться
-енюсь, -нишьсяρ.σ. τεμπελιάζω, γίνομαι τεμπέλης. -
45 лежебок
-а α. κ. лежебока-и α. κ. θ. ακαμάτης, τεμπέλης, ρεμπεσκές. -
46 ленивец
-вца α., -ица, -ы θ.τεμπέλης, -α -
47 ленивый
επ., βρ: -нив, -а, -о.1. τεμπέλης, τεμπέλικος, ακαμάτης, οκνός, οκνηρός.2. πρόχειρος•-ые голубцы πρόχειροι ντολμάδες•
-ые щи πρόχειρη λαχανόσουπα.
-
48 лентяй
-я α.-ка-Ε θ. τεμπέλης, -α,ακαμάτης, -άτρα. -
49 лоботряс
-а α. (απλ.) τεμπέλης, τεμπελχανάς. -
50 лодырь
-я α.τεμπέλης, ακαμάτης. -
51 небокоптитель
-я α.τεμπέλης, -λχανάς. -
52 обленить
-еню, -нишьρ.σ.μ. κάνω τεμπέλη, συνηθίζω κάποιον στη τεμπελιά.τεμπελιάζω, γίνομαι τεμπέλης. -
53 отпетый
επ. από μτχ.πεθαμένος, νεκρός, μη υπάρχων πιά (ψαλμένος με νεκρώσιμη ακολουθία). || αδιόρθωτος• εμμανής, μανιώδης•лентяй αδιόρθωτος τεμπέλης•
отпетый пьяница αθεράπευτος μεθύστακας.
|| τολμηρός, παράτολμος, απόκοτος, ριψοκίνδυνος. -
54 порхать
ρ.δ.φτερουγίζω. || μτφ. στριφογυρίζω, κινούμαι σβέλτα, πετώ. || μτφ. γυρίζω, περιφέρομαι τεμπέλης• παρασιτώ. -
55 празднолюбивый
επ., βρ: -бив, -а, -о παλ. αφιλόπονος, φυγόπονος, οκνός, ακαμάτης, τεμπέλης. -
56 сидень
-дня α. παλ. αργόσχολος, ακαμάτης, χασομέρης, τεμπέλης.εκφρ.- днем си-дть – α) το πιάνω ξάπλα. β) δε κουνιέμαι καθόλου από το μέρος μου. -
57 тетеря
-и θ.1. (διαλκ.) βλ. тетерев.2. υβρ. ленивая тетеря τεμπέλης•сонная тетеря υπναράς.
-
58 трутень
-тня α.1. ο κηφήνας.2. μτφ. τεμπέλης. -
59 фланёр
-а α.χασομέρης, τεμπέλης, αργόσχολος. -
60 шалопай
-я α.τεμπέλης, ακαμάτης, χασομέρης, ρεμπεσκές• αγύρτης.
См. также в других словарях:
τεμπέλης — α, ικο, Ν οκνηρός, φυγόπονος, ακαμάτης, αργόσχολος. [ΕΤΥΜΟΛ. τουρκ. tembel] … Dictionary of Greek
τεμπέλης, -α, -ικο — (λ. τουρκ.), φυγόπονος, νωθρός, ακαμάτης … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Pagioumtzis — Stratos Pagioumtzis (griechisch Στράτος Παγιουμτζής; * 1904 in Ayvalık (griechisch Αϊβαλί); † 16. November 1971 in New York City war ein griechischer Rembetikosänger und Mitglied in dem bekannten Rembetiko Quartett I Tetras i Xakousti tou… … Deutsch Wikipedia
τεμπέλαρος — ο, Ν μεγάλος τεμπέλης. [ΕΤΥΜΟΛ. < τεμπέλης + μεγεθ. κατάλ. αρος (πρβλ. παίδ αρος)] … Dictionary of Greek
τεμπελιάζω — Ν [τεμπέλης] είμαι ή γίνομαι τεμπέλης … Dictionary of Greek
Modern Greek grammar — Main article: Modern Greek The grammar of Standard Modern Greek, as spoken in present day Greece and Cyprus, is basically that of Demotic Greek, but it has also assimilated certain elements of Katharevousa, the archaic, learned variety of Greek… … Wikipedia
List of Mr. Men — The following is a list of Mr. Men, from the children s book series by Roger Hargreaves, also adapted into the children s television programme The Mr. Men Show. Books one (Mr. Tickle) to forty three (Mr. Cheerful) were written by Hargreaves, and… … Wikipedia
Stratos Pagioumtzis — A. Delias, G. Batis, M. Vamvakaris, S. Pagioumtzis (Mitte 1930) Stratos Pagioumtzis (griechisch Στράτος Παγιουμτζής, * 1904 in Ayvalık; † 16. November 1971 in New York City) war ein griechischer … Deutsch Wikipedia
άδουλος — (I) ἄδουλος, ον (Α) 1. αυτός που δεν έχει δούλους, κατά συνέπεια ο πολύ φτωχός 2. (για σπίτια) αυτό που δεν υπηρετείται από δούλους. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀ στερητ. + δοῦλος. ΠΑΡ. αρχ. ἀδουλία]. (II) η, ο 1. αυτός που δεν δουλεύει, αν και τό επιθυμεί,… … Dictionary of Greek
άεργος — Αυτός που δεν εργάζεται, συνήθως από τεμπελιά, o οκνηρός. Αυτός που δεν μπορεί να παράγει έργο. ά. ή αβατικό ρεύμα.Εναλλασσόμενο ηλεκτρικό ρεύμα που δεν μπορεί να παράγει έργο. Το ά. ρεύμα είναι η μία από τις δύο κάθετες συνιστώσες στις οποίες… … Dictionary of Greek
άμορος — (I) ἄμορος, ον (Α) [μόρος] 1. (με γεν.) στερημένος, αμέτοχος «ἄμορος τέκνων» (Ευρ.) 2. απόλ. κακότυχος, κακομοίρης «κακὸν κακῶς νιν ἄμορον ἐκτρῑψαι βίον» (Σοφ.). (II) η, ον 1. άφαντος «έγινεν άμορος» 2. το ουδ. ως ουσ. άμορο, το το ποντίκι.… … Dictionary of Greek