-
1 τεραα
-
2 προφαινω
(стяж. impf. προὔφαινον)1) показывать, обнаруживать, являть(τέραά τινι Hom.)
ἐξαπίνης προφᾰνείς Hom. — внезапно появившись;προφάνηθι! Soph. — явись!;οὐ προὐφαίνετ΄ ἰδέσθαι Hom. — ничего не было видно;προφαίνεσθαι πρὸ τῆς ψυχῆς Plat. — появляться в сознании;προὐφάνη κτύπος Soph. — послышался шум2) выставлять напоказ(τὰς πορφυρίδας Luc.)
3) делать известным, славным(Αἴγιναν Pind.)
4) указывать(ὅ προφαινόμενος λόγος Plat.)
5) предуказывать, предвещать(τι Xen., Her.)
π. τί τινι ἐν τῇ ὄψει Her. — предсказать что-л. кому-л. в сновидении6) выставлять, предлагать(ἆθλα Xen.)
7) светить, сиять(οὐρανόθε Hom.)
ὅ προφαίνων Plut. — освещающий дорогу, факелоносец -
3 τερας
1) знамение, чудесная примета, предвестник(ἢ πολέμοιο ἢ καὴ χειμῶνος Hom.; τέρατα καὴ σημεῖα NT.; σεισμὸς ἐν τῇ Σκυθικῇ τ. νενόμισται Her.)
2) чудовищеἍιδου ἀπρόσμαχον τ. Soph. = Κέρβερος;
οὔρειον τ. Eur. = Σφῖγξ3) диковина, диво, тж. небылица, нелепость(τ. λέγειν Plat.)
См. также в других словарях:
τέραα — τέρας sign neut nom/voc/acc pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προφαίνω — ΜΑ [φαίνω] φέρνω στο φως, φανερώνω (α. «προφαίνων, θεοφάντορ, τὸ ἄφυκτον», Μηναί. β. «τοῑσι... θεοὶ τέραα προύφαινον», Ομ. Οδ.) αρχ. 1. επιδεικνύω («οἱ πλουτοῡντες αὐτοὶ καὶ τὰς πορφυρίδας προφαίνοντες», Λουκιαν.) 2. αναδεικνύω, καθιστώ κάποιον… … Dictionary of Greek
τέρας — ατος, το, ΝΜΑ, και επικ. τ. γεν. τέραος και ιων. τ. γεν. τέρεος και τέρως και επικ. τ. ονομ. πληθ. τέραα και, για μετρικούς λόγους, τείρεα και ιων. τ. τέρεα και τεράατα και τέρα και αττ. τ. γεν. πληθ. τερῶν και επικ. τ. τεράων και τερέων και επικ … Dictionary of Greek