-
1 σέβομαι
vénérer
См. также в других словарях:
σέβομαι — σέβομαι, σεβάστηκα βλ. πίν. 201 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
σέβομαι — feel awe pres ind mp 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σέβομαι — ΝΜΑ, και ενεργ. τ. σέβω Α 1. αισθάνομαι και εκδηλώνω σεβασμό προς κάποιον ή προς κάτι (α. «σέβομαι τους προγόνους μας» β. «σεβόμαστε την εθνική μας ιστορία» γ. «τὸν φίλον σέβεσθαι», Σοφ.) 2. τιμώ με ευλάβεια («σεβόμενη τὸν Θεόν», ΚΔ) νεοελλ. τηρώ … Dictionary of Greek
σέβομαι — σεβάστηκα 1. έχω σεβασμό, εκτιμώ βαθιά: Σέβεται τους γονείς του. 2. τηρώ: Σέβεται το λόγο του. 3. υπακούω: Σέβεται τους νόμους. 4. «Σέβομαι τον εαυτό μου», τηρώ στάση αξιοπρεπή … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
σέβεσθε — σέβομαι feel awe pres imperat mp 2nd pl σέβομαι feel awe pres ind mp 2nd pl σέβομαι feel awe imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σεβομένων — σέβομαι feel awe pres part mp fem gen pl σέβομαι feel awe pres part mp masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σεβόμεθα — σέβομαι feel awe pres ind mp 1st pl σέβομαι feel awe imperf ind mp 1st pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σεβόμενον — σέβομαι feel awe pres part mp masc acc sg σέβομαι feel awe pres part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σεβόμεσθα — σέβομαι feel awe pres ind mp 1st pl σέβομαι feel awe imperf ind mp 1st pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σέβευ — σέβομαι feel awe pres imperat mp 2nd sg (epic doric ionic) σέβομαι feel awe imperf ind mp 2nd sg (epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
σέβου — σέβομαι feel awe pres imperat mp 2nd sg (attic epic doric) σέβομαι feel awe imperf ind mp 2nd sg (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)