-
121 Heart
subs.Centre: P. and V. τὸ μέσον.Interior of a country: P. μεσογεία, ἡ.Seat of the feelings: P. and V. ψυχή, ἡ, Ar. and V. καρδία, ἡ, θυμός, ὁ, κέαρ, τό, φρήν, ἡ, or pl., V. σπλάγχνον, τό, or pl., ἧπαρ, τό.Have the heart to, v.; P. and V. ἀξιοῦν (infin.), δικαιοῦν (infin.), V. τολμᾶν (infin.), ἐπαξιοῦν (infin.), Ar. and V. τλῆναι ( 2nd aor. of τλᾶν) (infin.).Take to heart: P. ἐνθύμιον ποιεῖσθαί (τί).Be vexed at: P. χαλεπῶς φέρειν (acc.), V. πικρῶς φέρειν (acc.).An honest grief I know goes to the heart: V. χωρεῖ πρὸς ἧπαρ, οἶδα, γενναία δύη (Soph., Aj. 938).Take heart: P. and V. θαρσεῖν, θρασύνεσθαι, V. θαρσύνειν, P. ἀναρρωσθῆναι (aor. pass. of ἀναρρωννύναι).Smitten to the heart: V. φρένας... εἰς αὐτὰς τυπείς (Æsch., P.V. 361).Speak from the heart: V. λέγειν... τὸν ἐκ φρενὸς λόγον (Æsch., Choe. 107).Through cowardice you give rein to your tongue, though you think not thus at heart: V. δειλίᾳ γλώσσῃ χαρίζει τἄνδον οὐχ οὕτω φρονῶν (Eur., Or. 1514).To make her weep though she rejoice at heart: V. ὡστʼ ἐκδακρῦσαι γʼ ἔνδοθεν κεχαρμένην (Eur., Or. 1122).( I swear) that I will speak truly to you from my heart: V. ἦ μὴν ἐρεῖν σοι τἀπὸ καρδίας σαφῶς (Eur., I.A. 475).With a light heart: P. and V. ῥᾳδίως, P. εὐχερῶς, V. κούφως.They were going to have experience of Lacedaemonians whose heart was in their work: P. Λακεδαιμονίων ὀργώντων ἔμελλον πειράσεσθαι (Thuc. 4, 108).Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Heart
-
122 Intelligibly
Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Intelligibly
-
123 Lucidly
Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Lucidly
-
124 Luminously
Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Luminously
-
125 Manifestly
adv.Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Manifestly
-
126 Nakedly
Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Nakedly
-
127 Noticeably
adv.Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Noticeably
-
128 Obviously
adv.Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Obviously
См. также в других словарях:
σαφώς — σαφῶς ΝΑ επιρρ. βλ. σαφής … Dictionary of Greek
σαφῶς — σαφής clear adverbial (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Οὐ μάντις ἐιμἰ τ’ ἀφανῆ γνῶσαι σαφῶς. — οὐ μάντις ἐιμἰ τ’ ἀφανῆ γνῶσαι σαφῶς. См. Эдип … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
λοβός — Σαφώς οροθετημένη υποδιαίρεση ενός οργάνου, για παράδειγμα, του εγκεφάλου, του ήπατος, των πνευμόνων, του θυρεοειδούς, της υπόφυσης κλπ. Τα όρια είναι συνήθως ανατομικές δομές, όπως διαφράγματα, αύλακες ή σχισμές. Επίσης, έτσι ονομάζεται η… … Dictionary of Greek
σαφής — ές, ΝΜΑ 1. (για λόγο ή νόημα) ευκρινής, εναργής, καθαρός, εύκολα εννοούμενος (α. «η άποψή του δεν ήταν καθόλου σαφής» β. «σοί τοι λέγουσα παύεται σαφῆ λόγον», Αισχύλ.) 2. φρ. «σοφόν το σαφές» η σαφήνεια τού λόγου και τών νοημάτων είναι γνώρισμα… … Dictionary of Greek
Ασία — I Mία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται ολόκληρη σχεδόν στο βόρειο ημισφαίριο, και από γεωμορφολογική άποψη αποτελεί με την Ευρώπη αδιαχώριστη ενότητα, στην οποία δίνεται η ονομασία Ευρασία. H Α. είναι η μεγαλύτερη από όλες τις ηπείρους. Καλύπτει … Dictionary of Greek
NORUNT Fideles — seu Quod norunt fideles seu Norunt initiati quod dicitur, ἴσασιν οἱ μεμυγμένος, formula frequens in Patrum scriptis, in mentione potissimum Sacramentorum usu trita. In unius Chrysostomi Homiliis aliisque scriptis minimum quinquaginta in locis… … Hofmann J. Lexicon universale
κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν … Dictionary of Greek
Αμερική — I (America) Μία από τις πέντε ηπείρους του πλανήτη μας· γεωγραφικά χωρίζεται σε τρία τμήματα, τη Βόρεια Α., την Κεντρική Α. (μαζί με τα νησιά της Καραϊβικής θάλασσας) και τη Νότια ή Λατινική Α. Πολιτικά, τα τελευταία χρόνια έχει επικρατήσει η… … Dictionary of Greek
Slavic dialects of Greece — Infobox Language name=Slavic dialects of Greece nativename= bălgarski / makedonski familycolor=Indo European states=Greece speakers=20,000 (2008)Στη Δυτική Μακεδονία, κυρίως στις περιοχές της Φλώρινας, της Καστοριάς, της Βέροιας και του Κιλκίς… … Wikipedia
Στοιχεία — Ουσίες με ομογενή ατομική σύσταση, που αντιπροσωπεύουν τα τελικά όρια στα οποία όλα τα υλικά σώματα μπορούν να υποδιαιρεθούν με χημικά μέσα. Στα σ., στην ελεύθερη κατάσταση τους (μη ενωμένα) τα άτομα συνενώνονται σε μόρια που αποτελούνται από 2… … Dictionary of Greek