-
1 former
πρώην -
2 экс
πρώην... —министр πρώην υπουργός. -
3 sabık
πρώην, τέως -
4 Yesterday
adv.The day before yesterday, adv.: Ar. and P. πρώην.Yesterday or the day before: P. πρώην καὶ χθές, χθὲς καὶ πρώην, Ar. χθές τε καὶ πρώην (Ran. 726).Having come hither yesterday from the Erechthidae: V. Ἐρεχθειδῶν ἄπο δεῦρʼ ἐκκομισθεὶς τῆς πάροιθεν ἡμέρας (Eur., Phoen. 852).Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Yesterday
-
5 экс
эксπρώην:\эксминистр πρώην ὑπουργός· \эксчемпион ὁ πρώην πρωταθλητής. -
6 бывший
-
7 прежний
-
8 бывший
1. μτχ. παρλθ. χρ. του ρ. быть.2. ο πρώην, ο τέως•бывший министр ο πρώην υπουργός.
-
9 бывший
бывшийприч. и прил πρώην, τέως. -
10 прежний
прежн||ийприл πρώην, προηγούμενος:в \прежнийее время ἄλλοτε, παληότερα. -
11 эксчемпион
эксчемпионм ὁ πρώην πρωταθλητής. -
12 former
['fo:mə](of an earlier time: In former times people did not travel so much.) πρώην,προηγούμενος- formerly- the former -
13 the Red Army
(the army of the former USSR.) ο Κόκκινος Στρατός (της πρώην ΕΣΣΔ) -
14 бывший
[μπύβσυϊ] επ. πρώην -
15 эксчемпион
[εκστσιμπιόν] ουσ. α πρώην πρωταθλητής -
16 бывший
[μπύβσυϊ] επ πρώην -
17 эксчемпион
[εκστσιμπιόν] ουσ α πρώην πρωταθλητής -
18 денационализация
-и θ.βαθμιαία απώλεια εθνικών ιδιοτήτων (πολιτισμού, γλώσσας κλπ). || επιστροφή εθνικοποιημένης περιουσίας στους πρώην κατόχους. -
19 денационализировать
-рую, -руешь ρ.δ. к. σ.μ., επιστρέφω την εθνικοποιημένη περιουσία ατούς πρώην κατόχους. -
20 первоначальный
επ.1. αρχικός•первоначальный план το αρχικό σχέδιο•
-ая причина αρχική αιτία.
|| πρώτος•-ая любовь η πρώτη αγάπη.
|| προηγούμενος, πρότερος, ο πρώην, προγενέστερος.2. πρωταρχικός.3. στοιχειώδης•-ое обучение στοιχειώδης εκπαίδευση•
-ые сведения по арифметике στοιχειώδεις γνώσεις αριθμητικής.
- 1
- 2
См. также в других словарях:
πρώην — lately indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πρώην — ΝΜΑ, και πρῴην και δωρ. τ. πρώαν και πρᾱν και συνηρ. τ. πρῶν ή πρῷν και πρόαν Α επίρρ. νεοελλ. 1. άλλοτε 2. τέως («ο πρώην δήμαρχος») μσν. φρ. «ἐκ πρώην» από παλιά μσν. αρχ. προχθές («χθές τε καὶ πρώην», Αριστοφ.) αρχ. 1. μόλις πριν από λίγο,… … Dictionary of Greek
πρώην — επίρρ. χρον., δηλώνει ότι κάποιος είχε προγενέστερα την ιδιότητα με την οποία τον αναφέρουμε: Πρώην υπουργός. – Πρώην δήμαρχος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
πρωήν — πρωή mane fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πρῴην — πρώιος early fem acc sg (attic epic ionic) πρῴ̱ην , πρώιος early fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μακεδονίας, Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία — Βλ. λ. Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας … Dictionary of Greek
Μουσείο, Εθνογραφικό Κύπρου (πρώην Μουσείο Λαϊκής Τέχνης Κύπρου) — Ιδρύθηκε το 1939 από την Εταιρεία Κυπριακών Σπουδών. Η συλλογή του στεγάζεται σήμερα στο παλαιό Αρχιεπισκοπικό Μέγαρο (πλατεία Αρχιεπισκόπου Κυπριανού), ένα γοτθικό κτίριο του 15ου αι. με πολλές μεταγενέστερες προσθήκες, ένα τμήμα του οποίου είχε … Dictionary of Greek
Αγίου Βασιλείου, επαρχία — Πρώην επαρχία (350 τ. χλμ.) του νομού Ρεθύμνης της Κρήτης, που καταργήθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας. Η επαρχία βρισκόταν στο τμήμα του νησιού που εκτείνεται προς το Λιβυκό πέλαγος και συνόρευε με τις πρώην επαρχίες Σφακίων και Αμαρίου.… … Dictionary of Greek
Αιγιαλείας, επαρχία — Πρώην επαρχία (513 τ. χλμ.) του νομού Αχαΐας, στο βορειοανατολικό τμήμα του. Αιγιαλείς ονομάζονταν οι αρχαίοι κάτοικοι της Πάτρας και της περιοχής της. Στα χρόνια της φραγκοκρατίας η επαρχία λεγόταν Βοστίτσα. Είχε πρωτεύουσα το Αίγιο … Dictionary of Greek
Νιοχώρι — Ονομασία 50 οικισμών (πολλοί από αυτούς αναφέρονται και ως Νεοχώρι). 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 720 μ.) στην πρώην επαρχία Ναυπακτίας του νομού Αιτωλοακαρνανίας. 2. Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 10 μ.) στην πρώην επαρχία Μεσολογγίου του νομού… … Dictionary of Greek
Άγιος Γεώργιος — I Ονομασία 49 οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 480 μ., 152 κάτ.) του νομού Ευρυτανίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Φραγκίστας. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 280 μ., 609 κάτ.) του νομού Καρδίτσης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Μητρόπολης … Dictionary of Greek