Перевод: со всех языков на английский

с английского на все языки

πρόφρων+κεν+δὴ+ἔπειτα+δία+κρονίωνα+λιτοίμην

  • 1 πρόφρων

    πρόφρων, ονος, , , ([etym.] φρήν, φρονέω): poet. Adj.: prop.
    A with forward mind, i.e. of one's free will,

    οὐδέ τί πώ μοι π. τέτληκας εἰπεῖν ἔπος Il.1.543

    ; π. κεν δὴ ἔπειτα Δία Κρονίωνα λιτοίμην I should be fain to entreat Zeus, Od.14.406: hence, kindly, gracious, willing, usu. predicative (as always when used of persons in Hom.),

    ὄμοσσον π. ἔπεσιν καὶ χερσὶν ἀρήξειν Il.1.77

    ;

    π. κατένευσε Κρονίων 8.175

    ;

    ὁ δέ με π. ὑπέδεκτο 9.480

    , cf. Od.2.387;

    π. Δαναοῖσιν ἄμυνεν Il.14.71

    , cf. Sapph.118; π. τελεῖν, ἀείδειν, Pi.P.5.117, N.5.22;

    προφρόνων Μοισᾶν τύχοιμεν Id.I.4(3).43

    ;

    καί σε.. π. θεὸς φυλάσσοι A.Ch. 1063

    ;

    γενοῦ π. ἡμῖν ἀρωγός S.El. 1380

    ;

    π. σε.. Ἑρμῆς Ἅιδης τε δέχοιτο E.Alc. 743

    (anap.).
    2 earnest, zealous, ὅτε δὴ.. π. ἐθέλοιμι ἐρύσσαι in earnest, Il.8.23; οὔ νύ τι θυμῷ πρόφρονι μυθέομαι ib.40;

    εἰ δὴ πρόφρονι θυμῷ.. ἀνώγει 24.140

    ;

    ἀμύνειν π. θ. Od.16.257

    ;

    βοῦν π. θ. δασσάμενος προέθηκε Hes.Th. 536

    ; also

    π. κραδίη Il.10.244

    .
    II [dialect] Ep.Adv. προφρονέως willingly, readily, earnestly,

    π. μάχεσθαι 5.810

    , cf. 7.160;

    νήπια τέκνα π. ῥύοισθε 17.224

    ;

    π. μιν τῖεν ἄναξ 6.173

    : later προφρόνως, φιλεῖν, φιλῆσαι, Thgn.786, Pi.P.2.16;

    ἐπιδεῖν A.Supp.1

    (anap.), cf. Ag. 173 (lyr.), Ch. 478 (anap.), Eu. 927 (anap.), 968 (anap.).

    Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πρόφρων

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»