Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

πρόπλους

См. также в других словарях:

  • πρόπλους — masc/fem nom pl πρόπλους masc/fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρόπλους — ουν, και οος, οον, Α [προπλέω] 1. αυτός που προπλέει, που πλέει πρώτος, αυτός που προηγείται σε πλου για λόγους ασφαλείας 2. το αρσ. ως ουσ. ὁ πρόπλους πλους πριν από τους άλλους, προηγούμενος πλους 2. (το θηλ. πληθ. ως ουσ.) αἱ πρόπλοι (ενν.… …   Dictionary of Greek

  • πρόπλοι — πρόπλους masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρόπλοις — πρόπλους masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρόπλου — πρόπλους masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πρόπλων — πρόπλους masc/fem/neut gen pl προπλέω sail before aor ind act 3rd pl (epic doric ionic aeolic) προπλέω sail before aor ind act 1st sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»