Перевод: со всех языков на немецкий

с немецкого на все языки

προ-κρατέω

См. также в других словарях:

  • προκεκρατημένοις — πρό κρατέω to be strong perf part mp masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προκεκρατημένος — πρό κρατέω to be strong perf part mp masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προκεκρατημένους — πρό κρατέω to be strong perf part mp masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προκεκρατῆσθαι — πρό κρατέω to be strong perf inf mp …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προκεκρατήκαμεν — πρό κρατέω to be strong perf ind act 1st pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεκεκρατήκεσαν — πρό κρατέω to be strong plup ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεκεκράτητο — πρό κρατέω to be strong plup ind mp 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προεκράτησε — πρό κρατέω to be strong aor ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»