-
1 προνωπιον
(ἐς προνώπια ἥξειν Eur.)
τὸ ἔσχατον χώρας Πελοπίας π. Eur. — крайние рубежи земли Пелоповой
См. также в других словарях:
προνώπια — front of a house neut nom/voc/acc pl προνώπια front of a house neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προνώπι' — προνώπια , προνώπια front of a house neut nom/voc/acc pl προνώπια , προνώπια front of a house neut nom/voc/acc pl προνώπιε , προνώπια front of a house masc voc sg προνώπιαι , προνώπια front of a house fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προνωπίων — προνώπια front of a house fem gen pl προνώπια front of a house masc/neut gen pl προνώπια front of a house neut gen pl προνωπής stooping forwards masc/fem/neut gen pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προνωπίοις — προνώπια front of a house masc/neut dat pl προνώπια front of a house neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προνώπιον — προνώπια front of a house masc acc sg προνώπια front of a house neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προνωπίου — προνώπια front of a house masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προνώπιος — προνώπια front of a house masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προνώπιος — ία, ον, Α 1. αυτός που βρίσκεται έξω από τα ενώπια*, μπροστά από την είσοδο τού σπιτιού, έξω από το σπίτι 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ προνώπια ο χώρος μπροστά από την είσοδο τού σπιτιού, τα πρόθυρα. [ΕΤΥΜΟΛ. Το επίθ. προνώπιος διαφέρει… … Dictionary of Greek