Перевод: с русского на английский

с английского на русский

πρίν+γ'+ὅτ'+ἄν

  • 1 reference prior distribution

    French\ \ distribution de référence avant
    German\ \ Referenz-Priorverteilung
    Dutch\ \ verwijzing voorafgaande verdeling
    Italian\ \ riferimento di distribuzione prima
    Spanish\ \ referencia antes de la distribución
    Catalan\ \ distribució a priori de referència
    Portuguese\ \ distribuição a priori de referência
    Romanian\ \ -
    Danish\ \ -
    Norwegian\ \ -
    Swedish\ \ referens-apriorifördelning
    Greek\ \ αναφοράς πριν από τη διανομή
    Finnish\ \ viitepriori-jakauma
    Hungarian\ \ -
    Turkish\ \ referans öncül dağılım
    Estonian\ \ -
    Lithuanian\ \ -
    Slovenian\ \ -
    Polish\ \ -
    Ukrainian\ \ еталонний апріорний розподіл
    Serbian\ \ -
    Icelandic\ \ tilvísun fyrir dreifingu
    Euskara\ \ erreferentzia aurretiko banaketa
    Farsi\ \ -
    Persian-Farsi\ \ -
    Arabic\ \ مصدر التوزيع المسبق
    Afrikaans\ \ a priori-verwysingsverdeling
    Chinese\ \ -
    Korean\ \ 기준사전분포, 준거사전분포

    Statistical terms > reference prior distribution

См. также в других словарях:

  • πρίν — before indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πριν — ΝΜΑ, πρι Ν, δωρ. τ. πράν και, μόνον μία φορά, πρείν Α 1. (ως επίρρ. με χρον. σημ.) α) σε προγενέστερο χρόνο, σε χρόνο προηγούμενο ορισμένου γεγονότος ή περιστατικού, το οποίο είτε συνέβη είτε πρόκειται να συμβεί, προηγουμένως, πρωτύτερα (α. «δεν… …   Dictionary of Greek

  • πριν — 1. επίρρ. χρον., προηγουμένως: Δεν άκουσα τι είπατε πριν. 2. χρον. σύνδ., προτού: Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν. 3. ως πρόθ. μαζί με το από: Πριν από τον τελευταίο πόλεμο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Πρὶν ἰχθοὺς λαβεῖν, ἁλμὴν κυκᾷς. — См. В мутной воде рыбу ловить …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Μήτε δίκην δικάσῃς, πρὶν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς. — μήτε δίκην δικάσῃς, πρὶν ἀμφοῖν μῦθον ἀκούσῃς. См. Не спеши карать, спеши выслушать …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Μὴ ἄρχε, πρὶν ἄρχεσθαι μάθης. — См. Кто не умеет повиноваться, тот не умеет повелевать …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Μὴ πρότερον εἰς βουλὴν παρέλθῃς, πρὶν ἂν κληθείης. — См. На совет чужой не ходи; пока позовут, подожди …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Μεξικό — Κράτος του νότιου τμήματος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τις ΗΠΑ και στα Ν με την Μπελίζ και τη Γουατεμάλα. Βρέχεται στα Δ από τον Ειρηνικό ωκεανό και στα Α από τον κόλπο του Μεξικού.O ποταμός Pίο Γκράντε αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»