-
1 Πολυμνία
Πολυμνίᾱ, ΠολύμνιαPolyhymnia: fem nom /voc /acc dualΠολυμνίᾱ, Πολυμνίηfem nom /voc /acc dualΠολυμνίᾱ, Πολυμνίηfem nom /voc sg (attic doric aeolic)——————Πολυμνίᾱͅ, ΠολύμνιαPolyhymnia: fem dat sg (attic doric aeolic)Πολυμνίᾱͅ, Πολυμνίηfem dat sg (attic doric aeolic) -
2 Πολύμνια
ΠολύμνιαPolyhymnia: fem nom /voc sg -
3 Πολύμνια
A Polyhymnia, she of the many hymns, one of the Muses, Hes.Th.78; later, the Muse of Lyric poetry, Sch.A.R.3.1; of learning (cf. Πολυμάθεια), Plu.2.746d; [full] Πολυμνίς, ίδος, Kretschmer Griech.Vaseninschr.p.186.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Πολύμνια
-
4 Πολυμνίᾳ
Βλ. λ. Πολυμνία -
5 Πολυμνίας
Πολυμνίᾱς, ΠολύμνιαPolyhymnia: fem acc plΠολυμνίᾱς, ΠολύμνιαPolyhymnia: fem gen sg (attic doric aeolic)Πολυμνίᾱς, Πολυμνίηfem acc plΠολυμνίᾱς, Πολυμνίηfem gen sg (attic doric aeolic) -
6 Πολυμνίαν
Πολυμνίᾱν, Πολυμνίηfem acc sg (attic doric aeolic) -
7 Πολύμνιαν
ΠολύμνιαPolyhymnia: fem acc sg -
8 Polyhymnia
Polyhymnia ae, f, Πολύμνια (rich in song), one of the Muses, H., O. -
9 πολυμαθία
A much learning,π. νόον ἔχειν οὐ διδάσκει Heraclit.40
; opp. πολυνοΐη, Democr.65, cf. Anaxarch.I, Pl.Lg. 811a, 819a; as a subject of competition, Michel913.8 (Teos, ii B.C.).II cf. Πολύμνια.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > πολυμαθία
См. также в других словарях:
Πολυμνία — Πολυμνίᾱ , Πολύμνια Polyhymnia fem nom/voc/acc dual Πολυμνίᾱ , Πολυμνίη fem nom/voc/acc dual Πολυμνίᾱ , Πολυμνίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πολυμνίᾳ — Πολυμνίᾱͅ , Πολύμνια Polyhymnia fem dat sg (attic doric aeolic) Πολυμνίᾱͅ , Πολυμνίη fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πολύμνια — Polyhymnia fem nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
πολύμνια — Μία από τις εννέα Μούσες, κόρη του Δία και της Μνημοσύνης, προστάτιδα της λυρικής ποίησης και της ορχηστικής και δημιουργός της λύρας. Ήταν μητέρα του Ορφέα από τον Οίαγρο. Η Μούσα Πολόμνια. Άγαλμα του 2ου π.Χ. αι. (Μουσείο του Καπιτωλίου, Ρώμη) … Dictionary of Greek
Πολύμνια — Μία από τις εννέα Μούσες, κόρη του Δία και της Μνημοσύνης, προστάτιδα της λυρικής ποίησης και της ορχηστικής και δημιουργός της λύρας. Ήταν μητέρα του Ορφέα από τον Οίαγρο. Η Μούσα Πολόμνια. Άγαλμα του 2ου π.Χ. αι. (Μουσείο του Καπιτωλίου, Ρώμη) … Dictionary of Greek
Πολυμνίας — Πολυμνίᾱς , Πολύμνια Polyhymnia fem acc pl Πολυμνίᾱς , Πολύμνια Polyhymnia fem gen sg (attic doric aeolic) Πολυμνίᾱς , Πολυμνίη fem acc pl Πολυμνίᾱς , Πολυμνίη fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πολυμνίαν — Πολυμνίᾱν , Πολυμνίη fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Πολύμνιαν — Πολύμνια Polyhymnia fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μούσες — Θεότητες των αρχαίων Ελλήνων, προστάτιδες της ποίησης, της μουσικής και γενικά κάθε πνευματικής δημιουργίας. Ήταν θυγατέρες της Μνημοσύνης ή της Αρμονίας και του Δία, ή, σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, της Γαίας και του Ουρανού. Ο αριθμός και τα… … Dictionary of Greek
List of Greek mythological figures — A listing of Greek mythological beings. Many of the gods and goddesses had Roman and Etruscan equivalents. See also family tree of the Greek gods and the list of Greek mythological creatures. For a list of the deities of many cultures (including… … Wikipedia
Polhymnie — Polymnie Statue romaine Dans la mythologie grecque, Polymnie ou Polhymnie (en grec ancien Πολυμνία / Polumnía ou Πολύμνια / … Wikipédia en Français