-
1 περι-εῖδον
περι-εῖδον, aor. zu περιοράω, w. m. s. – Das perf. περίοιδα, plusqpf. περιῄδειν u. περιῄδη, mit der Präsensbdtg, besser wissen od. verstehen, im Wissen übertreffen, od. übh. einen hohen Grad des Wissens ausdrückend, περίοιδε νοῆσαι, Il. 10, 247; cum. acc., ἐπεὶ περίοιδε δίκας ἠδὲ φρόνιν ἄλλων, Od. 3, 244; auch c. dat., καὶ ἴχνεσι γὰρ περιῄδη, 17, 317, er verstand sich sehr gut auf die Fährten; c. int., βουλῇ ἐϑέλεις περιΐδμεναι ἄλλων, Il. 13, 728, mehr als Andere wissen.
-
2 περιοιδα
1) лучше знать или уметь, превосходитеβουλῇ περιΐδμεναι ἄλλων Hom. — превзойти других в (мудром) совете;
περίοιδε δίκας ἄλλων Hom. — (Нестор) превосходит справедливостью других2) отлично уметьπερίοιδε νοῆσαι Hom. — он горазд на выдумки;
ἴχνεσι περιῄδη Hom. — (собака Одиссея) прекрасно отыскивала следы -
3 περίοιδα
A know well, c. inf.,περίοιδε νοῆσαι Il.10.247
: c. dat., ἴχνεσι γὰρ περιῄδη for he was very skilled in the tracks, Od.17.317 : c.acc. rei et gen. pers., know better than others, (nisi leg. περὶ (Adv.) οἶδε (; βουλῇ περιίδμεναι ἄλλων to be better skilled in counsel than others, Il.13.728.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > περίοιδα
См. также в других словарях:
περίοιδα — Α (επικ. τ. παρακμ. με σημ. ενεστ.) 1. γνωρίζω πολύ καλά («ἐπεὶ περίοιδε νοῆσαι», Ομ. Ιλ.) 2. είμαι έμπειρος («καὶ ἴχνεσι γὰρ περιῄδη», Ομ. Οδ.) 3. υπερτερώ στη γνώση («ἐπεὶ περίοιδε δίκας ἠδὲ φρόνιν ἄλλων», Ομ. Οδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + οἶδα… … Dictionary of Greek