-
1 περι-άγνῡμι
περι-άγνῡμι u. περι-αγνύω (s. ἄγνυμι), herumbrechen, Sp. – Pass. sich herumbiegen, ὂψ περιάγνυται, die Stimme bricht steh rings umher, schallt durch Brechung verstärkt rings umher, Il. 16, 78; u. in tmesi, περὶ δέ σφισιν ἄγνυτο Ἠχώ, Hes. Sc. 279; sp. D., μέλαν περιάγνυται ὕδωρ, Ap. Rh. 2, 791.
См. также в других словарях:
περιάγνυμι — και περιαγνύω Α 1. κάμπτω και θραύω κάτι, λυγίζω και σπάζω κάτι ολόγυρα 2. (για τον ήχο) αντηχώ ολόγυρα («περὶ δὲ σφισιν ἄγνυτο ἠχώ», Ησίοδ.) 3. φρ. «κόλπου περιαγνυμένου» κόλπου με κυρτό σχήμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < περι * + ἄγνυμι «σπάω»] … Dictionary of Greek