-
1 περιβαίνειν
περιβαίνωgo round: pres inf act (attic epic)
См. также в других словарях:
περιβαίνειν — περιβαίνω go round pres inf act (attic epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
περιβαίνω — ΜΑ στέκομαι γύρω από κάποιον για υπεράσπισή του («περιβαίνειν τὰ πίπτονταν σώματ», Διόδ.) μσν. (σχετικά με πόλη) αποκλείω, πολιορκώ αρχ. 1. κάθομαι ιππαστί, ιππεύω, καβαλικεύω 2. (για αρσενικό ζώο και σπαν. για άνθρωπο) επιβαίνω ερχόμενος σε… … Dictionary of Greek