-
1 παραφθάς
παραφθά̱ς, παραφθάνωovertake: aor part act masc nom /voc sg (attic epic ionic) -
2 παραφθάνω
παρα-φθάνω [pron. full] [ᾰν], [tense] aor. 2 παρέφθην, part. [voice] Act. and [voice] Med. παραφθάς, -φθάμενος (the only tense used by Hom.):—A overtake, outstrip,τοσσάκι μιν.. ἀποστρέψασκε παραφθάς Il.22.197
; εἰ δ' ἄμμε παραφθαίῃσι πόδεσσιν (nisi leg. - φθήῃσι) 10.346 ;κέρδεσιν, οὔ τι τάχει γε, παραφθάμενος Μενέλαον 23.515
; of a horse, win a race, Paus.5.8.8, cf. Hld.4.4.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > παραφθάνω
-
3 παραφθάνω
παρα - φθάνω, aor. 2 opt. παραφθαίησι, part. παραφθάς, mid. παραφθάμενος: overtake, pass by. (Il.)A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > παραφθάνω
См. также в других словарях:
παραφθάς — παραφθά̱ς , παραφθάνω overtake aor part act masc nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)