Перевод: со всех языков на русский
- Со всех языков на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий
παραμ
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
παραμ(ε)ίγνυμι — και παραμ(ε)ιγνύω Α 1. αναμιγνύω, ανακατώνω με κάτι 2. προσθέτω κάτι σε μίγμα («παραμείγνυμι μέλι», Ιπποκρ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + μ(ε)ίγνυμι «αναμιγνύω»] … Dictionary of Greek
παράμ(ε)ιξις — ἡ, Α [παραμείγνυμι] ανάμιξη, ανακάτωμα … Dictionary of Greek
μιγνύω — και μειγνύω (ΑΜ μείγνυμι και μίγνυμ.ι και μειγνύω και μιγνύω και μίγω. Α και σμιγνύω και μίσγω) ανακατεύω, συγχωνεύω, ζυμώνω, συμφύρω αρχ. 1. (με εχθρική σημασία) εμπλέκω σε φιλονικία ή διχόνοια, συμπλέκω 2. φέρνω κάποιον σε επαφή ή σε σχέση με… … Dictionary of Greek
συμπαραμίγνυμι — και συμπαραμείγνυμι και συμπαραμιγνύω και συμπαραμειγνύω Α αναμιγνύω επί πλέον. [ΕΤΥΜΟΛ. < συν * + παραμ(ε)ίγνυμι «αναμιγνύω, προσθέτω κάτι σε μίγμα»] … Dictionary of Greek