-
1 παραδειγμα
- ατος τό1) образец, модель (sc. τοῦ νηοῦ Her.; τῷ παραδείγματι χρῆσθαι Plat.)πρὸς τὸ π. ἀπεργάζεσθαί τι Plat. — отделывать что-л. согласно образцу;
τὸ εἶδος καὴ τὸ π. Plat. — форма и прообраз2) примерπαραδείγματος ἕνεκα τῶν μελλόντων Lys. — в качестве примера на будущее;
τινὰ π. ποιεῖσθαι Plat. — брать кого-л. в качестве примера;ἐπὴ παραδείγματος Aeschin. — для примера, например3) наглядное подтверждение, доказательство(τοῦ λόγου Thuc.)
4) поучительный пример, урокτὸ π. τοῦ μέ ἀδικεῖν Lys. — пример, удерживающий от преступлений;τὸ σὸν π. ἔχων Soph. — имея (перед глазами) твой пример5) подобие, изображение -
2 παράδειγμα
παράδειγμαpattern: neut nom /voc /acc sg -
3 παράδειγμα
τό1) пример;δίνω το καλό παράδειγμα — подавать хороший пример;
φέρνω παράδειγμα — приводить пример;
2) образец, образчик;3) урок (на будущее);ας σού γίνει παράδειγμα — пусть это будет тебе уроком;
§ επί παράδείγματι — или παράδείγματος χάριν — например
-
4 παράδειγμα
τὸ παρά|δειγμα, ατος пример, образчик; грамм. парадигма -
5 παράδειγμα
образец, пример -
6 παράδειγμα
[парадигма] ουσ о. пример, образец,Λεξικό Ελληνικά-ρωσική νέα (Греческо-русский новый словарь) > παράδειγμα
-
7 παράδειγμα
-ατος τό N 3 2-4-4-0-2=12Ex 25,9(bis); 1 Chr 28,11.12.18model, plan, pattern Ex 25,9; example Na 3,6Cf. BARR 1961, 151-156; LE BOULLUEC 1989, 253 -
8 παράδειγμα
[парадигма] ουσ ο пример, образец. -
9 παράδειγμα
A pattern, model: of an architect's model (or perh. plan) of a building, Hdt.5.62, IG22.1668.95, 11(2).161 A43,75,203 B95, al. (Delos, iii B. C.); a sculptor's or painter's model, Pl.Ti. 28c, R. 500e, IG12.374.248, 22.1675.23 (pl.); of the divine exemplars after which earthly things are made,ἐν οὐρανῷ ἴσως π. ἀνάκειται Pl.R. 592b
; of the Platonic ideas, opp. εἰκών, Arist.Metaph. 991a21, 1013a27 (later, copy,Πλάτων τὸν ὁρατὸν κόσμον γεγονέναι π. τοῦ νοητοῦ κόσμου Placit.2.6.4
(v.l. πρὸς π.)).2 precedent, example,παραδείγματα λαβεῖν παρά τινος Pl.Men. 77b
;ἐμὲ π. ποιούμενος Id.Ap. 23b
;παραδείγμασι χρῆσθαι Th.3.10
; π. χρῆσθαί τινι copy one's example, And.4.22;τοῖς γεγενημένοις π. χρῆσθαι Lys.25.23
;π. ἐξοίσετε Din. 1.107
;π. καταλείπεσθαι Lycurg.9
;δοῦναι παραδείγματα Pl.Lg. 876e
; ἐπὶ παραδείγματος by way of example, Aeschin.1.177;παραδείγματος εἵνεκα Lys.22.20
;παραδείγματα ἁμαρτημάτων And.3.32
.b sample, παραδείγματα νεκρῶν ξύλινα samples of mummies made of wood, Hdt. 2.86, cf. PSI5.485 (iii B. C.), PCair.Zen.445.9, 665.2 (iii B. C.).3 lesson, warning, ;τὸ σὸν π. ἔχων S.OT 1193
(lyr.);τοῖς ἄλλοις ἔσται π. ὕβρεως Ar. Th. 670
(anap.);π. καθιστάναι Th.3.40
;ζῶντά τινα τοῖς λοιποῖς π. ποιῆσαι D.19.101
, cf. 343, 21.98;π. τοὺς Σύρους λαβέ Men. 544.1
;π. τοῦ μὴ ἀδικεῖν Lys.27.5
.4 argument, proof from example, Th.1.2, etc., cf. Arist.APr. 68b38, Rh. 1356b3, 1402b14, 1418a3, Zeno Stoic.1.23; including παραβολή and λόγος, Arist.Rh. 1393a 27.5 in Law, leading case, precedent, Wilcken Chr.27.5 (ii A. D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > παράδειγμα
-
10 παράδειγμα
παρά-δειγμα, τό, Beweis, Beispiel, Muster, Vorbild; ἔσται δ' ὁ λόγος ἐπὶ παραδείγματος, zum Beispiel, beispielsweise -
11 παράδειγμα
примеротГрчко-македонскиот речник (Έλληνες-Μακεδονική λεξικό) > παράδειγμα
-
12 παράδειγμα
exemple -
13 παράδειγμα
1) przykład (m) rzecz.2) wzór (m) rzecz. -
14 παράδειγμα
1) příklad2) vzor -
15 παράδειγμα
1) example2) instance3) paradigmΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > παράδειγμα
-
16 Κάλλιο το παράδειγμα από τα λόγια
• Лучше один раз увидеть, чем сто раз услышатьИсточник: Кокурина Т.В. «Греческие пословицы и поговорки и их аналоги в русском языке», М., ЛКИ, 2008Ελληνικές παροιμίες και ρήσεις (Греческие пословицы и поговорки) > Κάλλιο το παράδειγμα από τα λόγια
-
17 misal
παράδειγμα -
18 exemple
παράδειγμα -
19 příklad
παράδειγμα -
20 paradigm
παράδειγμα
См. также в других словарях:
παράδειγμα — pattern neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παράδειγμα — το, ΝΑ [παραδείκνυμι] 1. πρότυπο, υπόδειγμα για μίμηση (α. «είναι παράδειγμα εργατικότητας» β. «παράδειγμα καταλείπεσθαι», Λυκούργ.) 2. πάθημα που χρησιμεύει ως μάθημα, κακό προηγούμενο προς αποφυγή («ἔχοντες παραδείγματα τῶν τ ἐκεῑ Ἑλλήνων ὡς… … Dictionary of Greek
παράδειγμα — το 1. υπόδειγμα, πρότυπο για να το μιμηθεί κανείς, δείγμα για να καταλάβει κάτι: Η σύνεση του πατέρα είναι μεγάλο παράδειγμα για τα παιδιά του (Δημόκριτος). 2. πάθημα για μάθημα: Ας πάρουν οι άλλοι παράδειγμα από την τιμωρία του συμμαθητή τους. 3 … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
παράδειγμ' — παράδειγμα , παράδειγμα pattern neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδειγμάτοιν — παράδειγμα pattern neut gen/dat dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδειγμάτων — παράδειγμα pattern neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδείγμασι — παράδειγμα pattern neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδείγμασιν — παράδειγμα pattern neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδείγματα — παράδειγμα pattern neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδείγματε — παράδειγμα pattern neut nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδείγματι — παράδειγμα pattern neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)