Перевод: с греческого на все языки
πάραυτ
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
μηδαμεί — μηδαμεῑ (Α) (δωρ. τ.) επίρρ. σε κανένα μέρος, πουθενά. [ΕΤΥΜΟΛ. < μηδαμός «κανένας» + επιρρμ. κατάλ. εῖ (πρβλ. παραυτ εί, τουτ εί)] … Dictionary of Greek
πάραυτα — ΝΜΑ και παραυτά Α και πάραυτας Ν (επίρρ. χρον.) αμέσως, παρευθύς, στη στιγμή, αυθωρεί (α. «πάραυτ η γνώμη ντου άλλαξε», Ερωτόκρ. β. «πάραυτα δ ἐλθεῑν ἐς Ἰλίου πόλιν», Αισχύλ.) αρχ. 1. προς στιγμή, στιγμιαία 2. κατά τον ίδιο χρόνο, την ίδια στιγμή … Dictionary of Greek