-
1 τέρας
a marvellous happening, omenἔννεπε δ' ἀντίον ὁρμαίνων τέρας εὐθὺς Ἀπόλλων O. 8.41
τέρας δ' ἑὸν εἶπέν σφι (sc. Εὐξάντιος: “das ihm gewordene Wunderzeichen müsste die alleinige Erhaltung seines Hauses sein, die seinen Entschluss bestimmt,” Wil.) Πα.. 3. τέρας ὑπνα[λέον” (i. e. the dream of Hekabe concerning the fall of Troy, v. τίκτω) Πα. 8A. 24. ἀπήμονα εἰς ὄλβον τινὰ τράποιο Θήβαις παγκοινον τέρας (the eclipse of the sun at Thebes) Pae. 9.10b miraculous object, marvel παρκείμενον δὲ συλλαβὼν τέρας (a bridle) O. 13.73 τέρας μὲν θαυμάσιον προσιδέσθαι, θαῦμα δὲ καὶ παρεόντων ἀκοῦσαι, (Etna in eruption) P. 1.26 χθονὸς εὐρείας ἀκίνητον τέρας (Delos) fr. 33c. 3.e frag. ]ει καὶ νῦν τέρας δι[ Πα. 13. c. 9. -
2 τέρας
τέρας, τό: gen. [dialect] Ep. αος (not in Hom. or Hes.), [dialect] Ion. εος Hdt.8.37: pl., nom. [dialect] Ep.Aτέραα Od.12.394
, [dialect] Ion.τέρεα Hdt.
l.c.,τεράᾰτᾰ D.P.604
, Q.S.5.43;τέρᾱ A.R.4.1410
, but ; τέρα (quantity not stated) [dialect] Att.acc. to Moer.p.369 P., cf.Ar.Ra. 1343; gen. [dialect] Ep.τεράων Il.12.229
,τερέων Alc.155
; [dialect] Att. τερῶν acc. to Moer.l.c., Thom.Mag.p.348 R.; dat. [dialect] Ep.τεράεσσι Il.4.398
, al.; later , al.: the forms τέρατ-ος, -ι, -α, -ων are Hellenistic, Moer.pp.366,369 P., Thom.Mag.p.348 R. (, al., τεράτων ib.Ps. 104 ( 105).27); gen. sg. τέρως v.l. in Paus.10.26.3: lengthd. metri gr.τείρεα Il.18.485
(= IG42(1).129.9), Arat.692, A.R. 3.1362;τείρεσιν h.Mart.7
; laterτείρεσσι IG14.2461.11
([place name] Massilia):— sign, wonder, marvel, portent,ἡμῖν μὲν τόδ' ἔφηνε τ. Ζεύς Il.2.324
; ᾐτέομεν δὲ θεὸν φῆναι τ. Od.3.173;τοῖσιν.. θεοὶ τέραα προὔφαινον 12.394
;τέρας ἧκε Κρόνου πάϊς 21.415
; Ζεὺς δ' Ἔριδα προΐαλλε.., πολέμοιοτ. μετὰ χερσὶν ἔχουσαν a sign of coming battle, Il.11.4; esp. of signs in heaven, ἀστέρα ἧκε Κρόνου πάϊς.., ναύτῃσι τ. 4.76;ἴρισσιν ἐοικότες, ἅς τε Κρονίων ἐν νέφεϊ στήριξε τ. μερόπων ἀνθρώπων 11.28
, cf. 17.548; and with pass. Verbs,τ. φανήτω Od.20.101
:—so always when the first syll. is lengthd., v. supr.:—also in Prose,ἢν δὲ χειμῶνος βροντὴ γένηται, ὡς τέρας θωμάζεται Hdt.4.28
, cf. 6.98;τ. πέμπειν X.Mem. 1.4.15
;ἐφάνη Hdt.7.57
;ἐπιγίνεταί σφι τέρεα Id.8.37
, cf. Hes.Th. 744, Pi.O.13.73, etc.; freq. in NT,σημεῖα καὶ τέρατα Ev.Marc.13.22
, al.II in concrete sense, monster, Διὸς τ. αἰγιόχοιο, of the Gorgon's head, Il.5.742; of a serpent, 12.209, h.Ap. 302; δάϊον τ., of Typhoeus, A.Pr. 354; ἀπρόσμαχον τ., of Cerberus, S.Tr. 1098; οὔρειον τ., of the Sphinx, E.Ph. 806 (lyr.); ταῦρον, ἄγριον τ. Id.Hipp. 1214, cf. 1247;ὅλον τ. ὀπτήσας.. βασιλεῖ παρέθηκε κάμηλον Antiph. 172.7
(anap.), cf. Epicr.3.13; used by Cicero of Caesar, Att.8.9.4.2 monstrous birth, monstrosity, Pl.Cra. 393b, 394a, Aeschin.3.111, Arist.GA 769b30, 773a3, Vett.Val.341.13; ὡς ἔθρεψεν ἔκπαγλον τ. A. Ch. 548.III in colloquial language,τέρας λέγεις καὶ θαυμαστόν Pl.Hp.Ma. 283c
, cf. Tht. 163d;τέρας λέγεις, εἰ.. Id.Men. 91d
; 'a marvel' of a cup, Theoc.1.56: pl., of incredible statements, Phld. Mus.p.74 K. -
3 τέρας
τέρας, ατος and αος (cf. τεῖρος, ἀστήρ): prodigy, portent, omen, found in some manifestation of nature, such as thunder, lightning, the rainbow. τέρας Διός, ‘sent by Zeus,’ Il. 12.209 ; ἀνθρώπων, ‘for men,’ Il. 11.28; of a monster, the Gorgon, Il. 5.742.A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό) > τέρας
-
4 τέρας
τέραςsign: neut nom /voc /acc sg -
5 τέρας
τέρας, ατος, τό (Hom. et al.) someth. that astounds because of transcendent association, prodigy, portent, omen, wonder in our lit. only pl. and combined w. σημεῖα; s. σημεῖον 2aβ and b, where all the passages containing τέρατα are given (ViZech 2; Appian, Bell. Civ. 1, 83 §377 τέρατα πολλὰ ἐγίνοντο, i.e. terrifying portents caused by a divinity [τὸ δαιμόνιον, ὁ θεός] that foretell the destructive results of Sulla’s campaign in Italy).—PStein, ΤΕΡΑΣ, diss. Marburg 1909. DELG. M-M. TW. -
6 τέρας
-ατος + τό N 3 16-4-11-10-8=49 Ex 4,21; 7,3.9; 11,9.10portentous sign, wonderCf. DOGNIEZ 1992, 144; FERNÁNDEZ MARCOS 1980a, 27-39; LE BOULLUEC 1989, 34; →NIDNTT; TWNT -
7 τέρας
monsterΕλληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary) > τέρας
-
8 τεράεσσι
τέραςsign: neut dat pl (epic ionic) -
9 τέρασι
τέραςsign: neut dat pl (epic ionic) -
10 τέρασιν
τέραςsign: neut dat pl (epic ionic) -
11 τεράτων
τέραςsign: neut gen pl -
12 τεράων
τέραςsign: neut gen pl (epic ionic) -
13 τερέων
τέραςsign: neut gen pl (epic ionic)τέροςneut gen pl (epic doric ionic aeolic)τερέωbore through: pres part act masc nom sg (epic doric ionic aeolic) -
14 τέραα
τέραςsign: neut nom /voc /acc pl (epic ionic) -
15 τέρατα
τέραςsign: neut nom /voc /acc pl -
16 τέρατι
τέραςsign: neut dat sg -
17 τέρατος
τέραςsign: neut gen sg -
18 τέρεα
τέραςsign: neut nom /voc /acc pl (epic ionic)τέροςneut nom /voc /acc pl (epic ionic) -
19 τέρεος
τέραςsign: neut gen sg (epic ionic)τέροςneut gen sg (epic doric ionic aeolic) -
20 τέρεσιν
τέραςsign: neut dat pl (epic ionic)τέρηνsoft: masc /neut dat plτέροςneut dat pl
См. также в других словарях:
τέρας — sign neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τέρας — ατος, το, ΝΜΑ, και επικ. τ. γεν. τέραος και ιων. τ. γεν. τέρεος και τέρως και επικ. τ. ονομ. πληθ. τέραα και, για μετρικούς λόγους, τείρεα και ιων. τ. τέρεα και τεράατα και τέρα και αττ. τ. γεν. πληθ. τερῶν και επικ. τ. τεράων και τερέων και επικ … Dictionary of Greek
τέρας — το, ατος 1. καθετί που δεν έχει φυσιολογική ανάπτυξη: Γέννησε τέρας με δύο κεφάλια. 2. καθετί υπερφυσικό και ασυνήθιστο: Είναι τέρας μνήμης. 3. μτφ., άνθρωπος κακός, ακόλαστος: Αφού είναι τέρας, καλό θα κάνει; 4. ασχημάνθρωπος, κακομοίρης: Αυτό… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
μορμώ — Τέρας της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, φόβητρο των μικρών παιδιών. Στην παράδοση είναι επίσης γνωστή ως Λάμια (βλ. λ.) ή Έμπουσα (βλ. λ.). Από το όνομά της Μ. προήλθε και το μορμολύκειο, προσωπίδα που τη χρησιμοποιούσαν στην αρχαία Ελλάδα για να … Dictionary of Greek
Τυφών — Τέρας της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, που η κορφή του έφτανε στα άστρα και τα χέρια του στην Ανατολή και τη Δύση. Από τα μάτια του έβγαιναν φλόγες, και από τα εκατό κεφάλια του κραυγές και σφυρίγματα. Αποτελούσε προσωποποίηση της έκρηξης των… … Dictionary of Greek
τυφών — Τέρας της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, που η κορφή του έφτανε στα άστρα και τα χέρια του στην Ανατολή και τη Δύση. Από τα μάτια του έβγαιναν φλόγες, και από τα εκατό κεφάλια του κραυγές και σφυρίγματα. Αποτελούσε προσωποποίηση της έκρηξης των… … Dictionary of Greek
Αχουιζότλ — Τέρας της μεξικανικής μυθολογίας. Σύμφωνα με την παράδοση, το μισό μέρος του σώματός του ήταν φίδι και παραφύλαγε στις όχθες μιας λίμνης όπου και έριχνε τους περαστικούς. Οι ψυχές των πνιγμένων πήγαιναν στον παράδεισο … Dictionary of Greek
τεράεσσι — τέρας sign neut dat pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τεράτων — τέρας sign neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τεράων — τέρας sign neut gen pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τερέων — τέρας sign neut gen pl (epic ionic) τέρος neut gen pl (epic doric ionic aeolic) τερέω bore through pres part act masc nom sg (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)