-
121 ῥύμην
ῥύμηforce: fem acc sg (attic epic ionic)ῥύ̱μην, ῥύομαιse-sru-aor ind mp 1st sg (homeric ionic) -
122 σελάμην
σελά̱μην, σελάωshine: imperf ind mp 1st sg (doric aeolic) -
123 σιγάμην
σῑγά̱μην, σιγάωkeep silence: imperf ind mp 1st sg (doric aeolic) -
124 σιμήν
σῑμήν, σιμόςsnub-nosed: fem acc sg (attic epic ionic) -
125 συνιστάμην
συνῑστάμην, συνίστημιBJ Prooem.imperf ind mp 1st sgσυνίστημιBJ Prooem.imperf ind mp 1st sg (homeric ionic)συνῑστά̱μην, συνιστάωBJ Prooem.imperf ind mp 1st sg (doric ionic aeolic) -
126 τιμήν
τῑμήν, τιμήworship: fem acc sg (attic epic ionic) -
127 τρύμην
τρύ̱μην, τρύμηhole: fem acc sg (attic epic ionic) -
128 υμήν
ὑμήν 1thin skin: masc nom /voc sgὑμήν 2thin skin: masc nom /voc sgὑ̱μήν, ὑμόςyour: fem acc sg (attic epic doric ionic)
См. также в других словарях:
μην — Πρώτος ιστορικός φαραώ της Αιγύπτου. Ανέβηκε στον θρόνο το 3300 π.Χ. Ήταν ο ιδρυτής της πρώτης θινιτικής δυναστείας. Καταγόταν από την Άνω Αίγυπτο και έχτισε την πόλη Μέμφιδα, την οποία έκανε και πρωτεύουσά του. Διακρίθηκε ως στρατιωτικός και… … Dictionary of Greek
Μην — Πρώτος ιστορικός φαραώ της Αιγύπτου. Ανέβηκε στον θρόνο το 3300 π.Χ. Ήταν ο ιδρυτής της πρώτης θινιτικής δυναστείας. Καταγόταν από την Άνω Αίγυπτο και έχτισε την πόλη Μέμφιδα, την οποία έκανε και πρωτεύουσά του. Διακρίθηκε ως στρατιωτικός και… … Dictionary of Greek
μήν — μείς Ars Prooem. masc nom/voc sg μήν Ars Prooem. indeclform (particle) μής masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μῆν — Μᾶ fem acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μῆν' — Μῆναι , Μήνη moon fem nom/voc pl Μῆναι , Μηνᾶς masc nom/voc pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μῆν' — μῆναι , μαίνομαι rage aor inf act μῆναι , μαίνομαι rage aor imperat mid 2nd sg μῆνα , μαίνομαι rage aor ind act 1st sg (homeric ionic) μῆνε , μαίνομαι rage aor ind act 3rd sg (homeric ionic) μῆνα , μείς Ars Prooem. masc acc sg μῆνε , μείς Ars… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ου μην αλλά — (ΑΜ οὐ μὴν αλλά) αλλ όμως, μολονότι, προσέτι («οὐ μὴν ἀλλ ἐπέμεινεν ὁ Κῡρος... καὶ ὁ ἵππος ἐξανέστη», Ξεν.) μσν. αρχ. 1. oὐ μὴν ἀλλὰ καί προσέτι, προς τούτοις, εκτός από αυτά και... («οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ἐκ τοῡ ἐγκλήματος τούτου δῆλόν ἐστιν»,… … Dictionary of Greek
ου μην — οὐ μήν (ΑΜ, Α δωρ. και αιολ. τ. οὐ μάν) αλλ όμως όχι, οπωσδήποτε όχι («οὐ μήν οὐ δύνανται τοὺς ἐπινηχομένους λαθεῑν ἰχθύας», Αισχύλ.) αρχ. oὐ μήν... γε (συν. όταν προηγείται άρνηση) ούτε βεβαίως (« Αφροδίτης μὲν γὰρ οὔ μοι φαίνεται... οὐ μὴν… … Dictionary of Greek
και μην — καὶ μήν (Α) βλ. και (Ι) … Dictionary of Greek
Τό πρᾶγμά σου ασφάλιζε καὶ τὸν γείτονά σου κλέπτην μὴν τὰν κάμης. — См. Плохо не клади, в грех не вводи … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
ἠράμην — ἠρά̱μην , ἀράομαι pray to imperf ind mp 1st sg (attic epic doric ionic aeolic) ἠρά̱μην , ἀρέομαι plup ind mp 1st sg (attic) ἠ̱ράμην , αἴρω attach aor ind mid 1st sg (attic epic ionic) ἔραμαι love imperf ind mp 1st sg ἠρά̱μην , ἐράομαι love imperf … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)