-
121 δια-πιστεύω
δια-πιστεύω, anvertrauen, τινί τι, Aesch. 3, 8; Pol. 5, 40, 7; Zutrauen schenken, τινὶ περὶ τῶν μεγίστων, Aesch. 1, 188; περί τι, Arist. part an. 3, 10; auch pass., διεπιστεύετο, man schenkte ihm Zutrauen, im Ggstz von ἄπιστος ἦν, Dem. 10, 51.
-
122 δια-πετάννῡμι
δια-πετάννῡμι (s. πετάννυμι), auseinanderbreiten, Ar. Lys. 732; τὰς πλεκτάνας, Arist. H. A. 5, 6; πτέρυγας, D. Sic. 17, 115, u. a. Sp.
-
123 δια-πετής
-
124 δια-πεύθομαι
δια-πεύθομαι, = διαπυνϑάνομαι, Aesch. Ag. 808.
-
125 δια-πικραίνω
δια-πικραίνω, ganz erbittern, pass. erbittert sein, πρός τινα, Plut. de cohib. ira 8.
-
126 δια-πειράω
δια-πειράω, versuchen, auf die Probe stellen; δωροδοκίαις, Plut. Pomp. 51; gew. med., τινός, z. B. αὐτοῦ τῆς ψυχῆς Her. 3, 14; Περσέων, es mit den Persern im Kampf versuchen, 5, 109; τῆς γνώμης Din. 2, 3; διαπεπειρᾶσϑαι, Thuc. 6, 91; dazu gehört aor. pass., Antiph. 5, 33; διαπειραϑῆναι τῶν δικαστῶν ὅ τι γνώσονται, ihre Meinung erforschen, Dem. 48, 46; διαπειρώμενος ἆρα Plat. Apol. 27 a.
-
127 δια-πειράζω
δια-πειράζω, = folgdm, Ios.
-
128 δια-πεινάω
δια-πεινάω (s. πεινάω), mit einander um die Wette hungern, Ar. Ach. 751.
См. также в других словарях:
Δία — Δίᾱ , Δίη fem nom/voc/acc dual Δίᾱ , Δίη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) Ζεύς dyaús masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διά κενής — διά κενῆς και διακενῆς (ενν. πράξεως) επίρρ. (AM) 1. άσκοπα, μάταια, ανώφελα 2. χωρίς λόγο, αναίτια … Dictionary of Greek
διά — through indeclform (prep) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Δῖα — neut nom/voc/acc pl Δῖον neut nom/voc/acc pl Ζεύς dyaús masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διά — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Θεά που λατρευόταν στη Σικυώνα και στη Φλιούντα, όπου τη θεωρούσαν απελευθερώτρια των δούλων. Γι’ αυτό και ο ναός της, που βρισκόταν κοντά στην είσοδο της Ακρόπολης, ήταν το άσυλό τους. Προς τιμήν της Δ. τελούσαν… … Dictionary of Greek
δία — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Θεά που λατρευόταν στη Σικυώνα και στη Φλιούντα, όπου τη θεωρούσαν απελευθερώτρια των δούλων. Γι’ αυτό και ο ναός της, που βρισκόταν κοντά στην είσοδο της Ακρόπολης, ήταν το άσυλό τους. Προς τιμήν της Δ. τελούσαν… … Dictionary of Greek
Δίᾳ — Δίαι , Δίη fem nom/voc pl Δίᾱͅ , Δίη fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Διὰ τί τοῦ Μαίου μηνὸς οὐκ ἄγονται γυναῖκες. — См. Кто в Мае женится, тот будет маяться … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
Διᾶ — Ζεύς dyaús masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Διά — Ζεύς dyaús masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δῖα — δῖος heavenly fem nom/voc sg (epic) δῖος heavenly neut nom/voc/acc pl δῖος heavenly neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)