Перевод: с русского на греческий

с греческого на русский

νεφρίτης

См. также в других словарях:

  • νεφρίτης — Ορυκτό μεταπυριτικό άλας του μαγνησίου και του ασβεστίου, που πολλές φορές αντικαθίσταται κατά ένα μέρος από σίδηρο. Ανήκει στην ομάδα του ακτινολίθου (αμφίβολοι)· το χρώμα του είναι πρασινωπό έως λευκό, οι κρύσταλλοι του ανήκουν στο μονοκλινές… …   Dictionary of Greek

  • νεφρίτης — νεφρί̱της , νεφρίτης masc nom sg νεφρί̱της , νεφρῖτις fem nom/voc pl (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νεφρίτης της Κίνας — Παραλλαγή του ορυκτού ιαδείτη, που είναι πυριτικό άλας του νατρίου και του αργιλίου. Βρίσκεται σε μορφή κροκαλών (αποστρογγυλωμένα χαλίκια), μαζί με μεταμορφωμένα πετρώματα. Ο ν. της Κ. είναι ινώδης και, χάρη στις ωραίες του αποχρώσεις και στην… …   Dictionary of Greek

  • Ταϊτσούνγκ — Πόλη (περ. 715.000 κάτ.) της Ταϊβάν πρωτεύουσα της ομώνυμης κομητείας, σε απόσταση 130 χλμ. από την Ταϊπέι. Βρίσκεται στη μέση μιας γόνιμης περιοχής, στην οποία καλλιεργείται ρύζι, ζαχαροκάλαμα, μπανανιές, τσάι, καπνός και πατάτες. Διαθέτει ακόμα …   Dictionary of Greek

  • λιθογλυφία — Η τέχνη του σκαλίσματος και της χάραξης πολύτιμων λίθων. Αποτελεί μία από τις αρχαιότερες και πιο λεπτές μορφές της ανθρώπινης καλλιτεχνικής έκφρασης. Οι λίθοι που χρησιμοποιούνται στη λ. είναι πάρα πολλοί: ο αχάτης, ο αμέθυστος, ο χαλκηδόνιος, ο …   Dictionary of Greek

  • νεφρός — ο και νεφρό, το (ΑΜ νεφρός, Μ και νεφρό και νεφρόν, τὸ) βιολ. απεκκριτικό και ωσμωρρυθμιστικό όργανο τών σπονδυλοζώων και ορισμένων ασπονδύλων που διατηρεί την ισορροπία τού νερού και τών αλάτων και απεκκρίνει τα υποπροϊόντα τού μεταβολισμού από… …   Dictionary of Greek

  • λίθοι, πολύτιμοι — Έτσι ονομάζονται τα ορυκτά (γενικώς κρυσταλλικά, αλλά μερικές φορές και άμορφα) που χρησιμοποιούνται ως διακοσμητικά αντικείμενα εξαιτίας της ωραιότητας, της σκληρότητας και της σπανιότητάς τους, αφού υποβληθούν πρώτα σε ειδική κατεργασία.… …   Dictionary of Greek

  • νεφρίτιδα — νεφρίτιδα, η και νεφρίτης, ο φλεγμονή του νεφρικού ιστού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»