Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ναιός

См. также в других словарях:

  • Νάιος — Νάϊος και Νᾱος, ὁ (Α) προσωνυμία τού Διός στη Δωδώνη. [ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Η λ. συνδέεται πιθ. με την λ. ναός, ενώ, κατ άλλη άποψη, όχι τόσο πιθανή, συνδέεται με τις νύμφες τών νερών Ναϊάδες] …   Dictionary of Greek

  • νάιος — νάϊος, α, ον (Α) (δωρ. τ.) βλ. νήιος …   Dictionary of Greek

  • ναιός — ναιός, ὁ (Α) βλ. ναός …   Dictionary of Greek

  • Ναῖος — Νάιος masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νάιος — νά̱ϊος , νήιος masc nom sg (doric) νά̱ϊος , νήιος masc/fem nom sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναίω — Νάιος masc nom/voc/acc dual Νάιος masc gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναῖε — Νάιος masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναῖον — Νάιος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναίου — Νάιος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναίους — Νάιος masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ναίῳ — Νάιος masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»