-
61 λοιπή
λοιπάζωleave: fut ind mid 2nd sg (doric)λοιπάζωleave: fut ind act 3rd sg (doric)λοιπόςremaining over: fem dat sg (attic epic ionic) -
62 λοιπῇ
λοιπάζωleave: fut ind mid 2nd sg (doric)λοιπάζωleave: fut ind act 3rd sg (doric)λοιπόςremaining over: fem dat sg (attic epic ionic) -
63 λοιπήι
λοιπῇ, λοιπάζωleave: fut ind mid 2nd sg (doric)λοιπῇ, λοιπάζωleave: fut ind act 3rd sg (doric)λοιπῇ, λοιπόςremaining over: fem dat sg (attic epic ionic) -
64 λοιπῆι
λοιπῇ, λοιπάζωleave: fut ind mid 2nd sg (doric)λοιπῇ, λοιπάζωleave: fut ind act 3rd sg (doric)λοιπῇ, λοιπόςremaining over: fem dat sg (attic epic ionic) -
65 λοιπής
λοιπάζωleave: fut ind act 2nd sg (doric)λοιπόςremaining over: fem gen sg (attic epic ionic) -
66 λοιπῆς
λοιπάζωleave: fut ind act 2nd sg (doric)λοιπόςremaining over: fem gen sg (attic epic ionic) -
67 λοιπήσι
-
68 λοιπῇσι
-
69 λοιπαίς
-
70 λοιπαῖς
-
71 λοιποίς
-
72 λοιποῖς
-
73 λοιποίσι
-
74 λοιποῖσι
-
75 λοιποίσιν
-
76 λοιποῖσιν
-
77 λοιπού
-
78 λοιποῦ
-
79 λοιπώ
-
80 λοιπῷ
См. также в других словарях:
λοιπός — remaining over masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοιπός — (I) ή, ό (AM λοιπός, ή, όν, Μ και ἐλοιπός, ή, όν) 1. αυτός που υπολείπεται μετά από αφαίρεση ή από χωρισμό, υπόλοιπος (α. «μόνο πέντε υπάλληλοι έκαναν απεργία, οι λοιποί πήγαν κανονικά στη δουλειά τους» β. «λοιπὸν ἀμφὶ βίοτον ἔχει... εὐδίαν»,… … Dictionary of Greek
λοιπός — ή, ό 1. αυτός που απομένει, υπόλοιπος: Οι λοιποί φίλοι θα έρθουν αύριο. 2. φρ., «του λοιπού», από δω και στο εξής: Του λοιπού θα έρχεσαι νωρίς το βράδυ· «και τα λοιπά» (κτλ.) για ό,τι εννοείται εύκολα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
λοιπόν — λοιπός remaining over masc acc sg λοιπός remaining over neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοιπαῖς — λοιπός remaining over fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοιπαί — λοιπός remaining over fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοιποῖς — λοιπός remaining over masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοιποῖσι — λοιπός remaining over masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοιποῖσιν — λοιπός remaining over masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοιποί — λοιπός remaining over masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
λοιποῦ — λοιπός remaining over masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)