-
1 Crouch
v. intrans.P. and V. καταπτήσσειν, Ar. and V. πτήσσειν (Plat. also but rare P.), V. πτώσσειν, συσταλῆναι ( 2nd aor. pass., συστέλλειν), ὑποπτήσσειν; see Cower.They crouched beneath their rounded shields: V. ὑφίζανον κύκλοις (Eur., Phoen. 1382).Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Crouch
См. также в других словарях:
κυκλοῖς — κυκλέω wheel along pres opt act 2nd sg (attic epic doric) κυκλόω encircle pres opt act 2nd sg κυκλόω encircle pres subj act 2nd sg κυκλόω encircle pres ind act 2nd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κύκλοις — κύκλος ring masc dat pl κύκλος ring neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
υφιζάνω — Α 1. κάθομαι 2. κάθομαι κάτω συσπειρωμένος, μαζεύομαι («ὑφίζανον κύκλοις, ὅπως σίδηρος ἐξολισθάνοι μάτην», Ευρ.) 3. υφίσταμαι καθίζηση, κατακαθίζω («τὸ χῶμα ὑφίζανεν ἄφνω», Αππ.) 4. (για την επιδερμίδα μετά από μεγάλη στέρηση) βαθουλώνω ή κρεμάω… … Dictionary of Greek
Греческий — ἵπποι ταί με φέρουσιν, ὅσον τ′ ἐπὶ θυμὸς ἱκάνοι, πέμπον, ἐπεί μ′ ἐς ὁδὸν βῆσαν πολύφημον ἄγουσαι δαίμονος, ἣ κατὰ πάντ′ ἄστη φέρει εἰδότα φῶτα· τῆι φερόμην· τῆι γάρ με πολύφραστοι φέρον ἵπποι ἅρμα τιταίνουσαι, κοῦραι δ′ ὁδὸν ἡγεμόνευον. ἄξων δ′… … Определитель языков мира по письменностям