Перевод: со всех языков на греческий

с греческого на все языки

κρόνου

  • 1 кольцо

    -й, πλθ. кольца, колец, кольцам ουδ.
    1. κρίκος•

    гимнастические -а γυμναστικοί κρίκοι.

    || κύκλος - сатурна ο δακτύλιος του Κρόνου (αστέρα). || δαχτυλίδι•

    кольцо с бриллиантом δαχτυλίδι με μπριγιάντι•

    обручальное кольцо δαχτυλίδι αρραβώνας.

    2. κάθε κατασκεύασμα δακτυλιωτό. || κλοιός•

    кольцо врага ο κλοιός του εχθρού.

    || κύκλος. || τέρμα των τραμ, τρόλεϋ, λεωφορείων κλπ. (κυκλικής επιστροφής). || ρουλό•

    салфетное кольцо ρολό πετσετακιών.

    επίρ. -ом, -ими δακτυλιοει-δώς, δακτυλιωτά• κυκλικά.
    εκφρ.
    сгибаться -ом ή гнуть спину в кольцо – υποκλίνομαι ταπεινά, προσκυνώ, υποκύπτω•
    свернуться -ом – κουλουριάζομαι, κουβαριάζομαι.

    Большой русско-греческий словарь > кольцо

См. также в других словарях:

  • Κρόνου — Κρόνος a dotard masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρόνου — κρόνος a dotard masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κρόνος — I Προελληνική θεότητα. Σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν ο νεότερος από τους Τιτάνες, γιος του Ουρανού και της Γαίας και πατέρας του Δία. Κατά τη Θεογονία του Ησίοδου, με προτροπή της Γαίας ευνούχισε τον πατέρα του και ανέλαβε ο ίδιος τη διακυβέρνηση …   Dictionary of Greek

  • κρόνιος — I Προσωνυμία του Δία κατά την αρχαιότητα, που σχετίζεται με το όνομα του πατέρα του, του Κρόνου. Ο Δίας αποκαλείτο επίσης Κρονίδης. Κ. ονομαζόταν και ένας μήνας του ιωνικού μηνολογίου, περισσότερο γνωστός ως Κρονιών (βλ. λ. Κρόνια). II (2ος αι. π …   Dictionary of Greek

  • Ποσειδών — I Θεός της ελληνικής μυθολογίας, γιος του Κρόνου και της Ρέας και αδελφός του Δία και του Άδη. Λέγεται, στα νεότερα χρόνια, και Ποσειδώνας. Σύμφωνα με έναν αρχαίο μύθο, κατά τη διανομή του κόσμου μεταξύ των γιων του Κρόνου, δόθηκε στον Π. η… …   Dictionary of Greek

  • Ρέα — Θεά της ελληνικής μυθολογίας, μια από τις Τιτανίδες, κόρη της Γαίας και του Ουρανού. Ήταν σύζυγος του αδελφού της Κρόνου και μητέρα της Εστίας, της Δήμητρας, της Ήρας, του Άδη, του Ποσειδώνα και του Δία. Ο Κρόνος καταβρόχθιζε όλα τα παιδιά που… …   Dictionary of Greek

  • εγκέλαδος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ένας από τους Γίγαντες, γιους της Γης. Έπαιξε σημαντικό ρόλο στη Γιγαντομαχία, όπου ήταν αντίπαλος της Αθηνάς, η οποία τον σκότωσε ρίχνοντας επάνω του το νησί Σικελία ή την Αίτνα. Σκηνές από την πάλη της Αθηνάς με τον Ε.… …   Dictionary of Greek

  • Ελλαδα - Μυθολογία — ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Το μυθολογικό υλικό είναι αποτέλεσμα της προσπάθειας των αρχαίων κοινωνιών να ερμηνεύσουν τον κόσμο, τη ζωή και τις σχέσεις των ανθρώπων. Οι ελληνικοί μύθοι αποτελούν μια κοινωνική, συλλογική προσπάθεια κατανόησης και… …   Dictionary of Greek

  • Κρονίδης — Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Κ. ο μάρτυς. Συνελήφθη μαζί με τους Λεόντιο και Σεραπίωνα και μαρτύρησε μαζί τους με πνιγμό στη θάλασσα. Η μνήμη τους τιμάται στις 13 Σεπτεμβρίου. 2. Κ. ο μάρτυς. Μαρτύρησε στη Βιζύη επί Διοκλητιανού… …   Dictionary of Greek

  • Μίμας — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ένας από τους γίγαντες ο οποίος, σύμφωνα με τον Ευριπίδη, αντιμετώπισε τον Δία. Ο Απολλώνιος αναφέρει ότι αντιμετώπισε τον Άρη. Οι θεοί έριξαν επάνω του ένα ψηλό βουνό, κάτω από το οποίο θάφτηκε, στη Μικρά Ασία,… …   Dictionary of Greek

  • Πλουτώ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Κόρη του Ωκεανού και της Τηθύας, μια από τις Ναϊάδες, που σύμφωνα με τον Ησίοδο λεγόταν και Βοώπις. Κατά τον ομηρικό ύμνο προς τη Δήμητρα, η Π. ήταν συμπαίκτρια της Περσεφόνης όταν την άρπαξε ο Άδης. 2. Κόρη του… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»