Перевод: со всех языков на греческий

с греческого на все языки

κραναοί

  • 1 Athens

    θῆναι, αἱ, in Ar. also Κραναά, ἡ, or Κραναὰ πόλις, ἡ, or say, city of Cecrops, city of Theseus, city of Erechtheus.
    At Athens: Ἀθήνησι.
    From Athens: Ἀθήνηθεν.
    To Athens: Ἀθήναζε.
    Athenian, adj.: θηναῖος; see also Attic.
    The Athenians: use also in V. Κεκροπδαι, οἱ, Ἐρεχθεῖδαι, οἱ, Θησεῖδαι, οἱ, in Ar. Κραναοί, οἱ.

    Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > Athens

См. также в других словарях:

  • Κραναοί — Κραναός rocky masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κραναοί — κραναός rocky masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κραναός — Μυθολογικό πρόσωπο. Βασιλιάς της Αττικής, διάδοχος του Κέκροπα. Σύζυγός του ήταν η Πεδιάς με την οποία απέκτησε την Κρανάη, την Κραναίχμη και την Ατθίδα. Προς τιμήν της τελευταίας, μετά τον θάνατό της, ονόμασε τη χώρα του Ατθίδα ή Αττική. Σύμφωνα …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»