-
1 κλεεννός
κλεεννόςfamous: masc nom sg -
2 κλεεννός
κλεεννός, κλεινός (κλεεννᾶς, -αῖς: κλεινός; -ά, -ᾶς, -ᾷ. -άν, -αί, -ᾶν, -αῖς(ιν): κλεινότερον: κλεεννότατον.)1 renowned of pers., κλεινὸς οἰκιστὴρ Hieron P. 1.31 of places,κλεινὰν Ἀκράγαντα O. 3.2
τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6
κλεινᾷ τ' ἐν Ἰσθμῷ O. 7.81
κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος O. 9.14
καὶ τὸ κλεεννότατον μέγαρον Βάττου P. 4.280
κλεεννᾶς παρὰ Πυθιάδος P. 5.20
Πίνδου κλεενναῖς ἐν πτυχαῖς P. 9.15
κλεινᾶν Συρακοσσᾶν N. 1.2
κλεινὸς Αἰακοῦ λόγος, κλεινὰ δὲ καὶ ναυσικλυτὸς Αἴγινα I. 9.1
κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 2. [ πόλιν κλεινὰν ( κείναν v. l.) P. 1.61] of songs, victories,κλειναῖς ἀοιδαῖς P. 3.114
ἀρεταῖς κλειναῖσιν P. 8.23
κλειναῖς λτ;τγτ; Ἐρεχθειδᾶν χαρίτεσσιν ἀραρὼς I. 2.19
κλεινότερον γάμον P. 9.112
c. dat.,καλλίσταν πόλιν ἀμφέπει κλεινάν τ' ἀέθλοις P. 9.70
-
3 κλεεννός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κλεεννός
-
4 κλεεννόν
κλεεννόςfamous: masc acc sgκλεεννόςfamous: neut nom /voc /acc sg -
5 κλεεννότατον
κλεεννόςfamous: masc acc superl sgκλεεννόςfamous: neut nom /voc /acc superl sg -
6 κλεεννέ
κλεεννόςfamous: masc voc sg -
7 κλεεννή
κλεεννόςfamous: fem nom /voc sg (attic epic ionic) -
8 κλεεννώ
κλεεννόςfamous: masc /neut nom /voc /acc dual -
9 κλεινός
κλεεννός, κλεινός (κλεεννᾶς, -αῖς: κλεινός; -ά, -ᾶς, -ᾷ. -άν, -αί, -ᾶν, -αῖς(ιν): κλεινότερον: κλεεννότατον.)1 renowned of pers., κλεινὸς οἰκιστὴρ Hieron P. 1.31 of places,κλεινὰν Ἀκράγαντα O. 3.2
τᾶν κλεινᾶν Συρακοσσᾶν O. 6.6
κλεινᾷ τ' ἐν Ἰσθμῷ O. 7.81
κλεινᾶς ἐξ Ὀπόεντος O. 9.14
καὶ τὸ κλεεννότατον μέγαρον Βάττου P. 4.280
κλεεννᾶς παρὰ Πυθιάδος P. 5.20
Πίνδου κλεενναῖς ἐν πτυχαῖς P. 9.15
κλεινᾶν Συρακοσσᾶν N. 1.2
κλεινὸς Αἰακοῦ λόγος, κλεινὰ δὲ καὶ ναυσικλυτὸς Αἴγινα I. 9.1
κλειναὶ Ἀθᾶναι fr. 76. 2. [ πόλιν κλεινὰν ( κείναν v. l.) P. 1.61] of songs, victories,κλειναῖς ἀοιδαῖς P. 3.114
ἀρεταῖς κλειναῖσιν P. 8.23
κλειναῖς λτ;τγτ; Ἐρεχθειδᾶν χαρίτεσσιν ἀραρὼς I. 2.19
κλεινότερον γάμον P. 9.112
c. dat.,καλλίσταν πόλιν ἀμφέπει κλεινάν τ' ἀέθλοις P. 9.70
-
10 κλεεινόν
κλεεινόςmasc acc sgκλεεινόςneut nom /voc /acc sgκλεεννόςfamous: masc acc sgκλεεννόςfamous: neut nom /voc /acc sg -
11 κλεεινός
κλεεινόςmasc nom sgκλεεννόςfamous: masc nom sg -
12 κλεεινώ
κλεεινόςmasc /neut nom /voc /acc dualκλεεννόςfamous: masc /neut nom /voc /acc dual -
13 κλεεννάς
-
14 κλεεννᾶς
-
15 κλεενναίς
-
16 κλεενναῖς
-
17 κλεεννώ
-
18 κλεεννῷ
-
19 κλεαινός
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κλεαινός
-
20 κλεινός
A famous, renowned,νῆσος Sol.19.3
; freq.epith.of cities, Pi.O.3.2, 6.6, Epich.185; esp.of Athens, Pi.Fr.76, A.Pers. 474, E.Ph. 1758 (troch.); of persons,κ. οἰκιστήρ Pi.P.1.31
; μνῆμα τόδε κλεινοῖο Μεγιστία Epigr. ap. Hdt.7.228;Διὸς κλεινὴ δάμαρ A.Pr. 834
;ὁ κ. Φιλοκτήτης S.Ph. 575
; ὁ πᾶσι κ. Οἰδίπους καλούμενος all- renowned, Id.OT8; also ironically,ὁ πᾶσι νυμφίος Id.El. 300
;τόξοισι κλεινός A.Pr. 872
; of things, -ότερον γάμον Pi.P.9.112
;τὰ κ. αἰνίγματα S.OT 1525
(troch.);κ.ὄνομα Ar.Av. 810
;κ. τόξα S.Ph. 654
: [comp] Sup., -ότατος στέφανος E.IA 1529
(anap.);σοφία -οτάτη Ar.Nu. 1024
: neut. pl. as Adv.,στρατηλατήσας κλεινά E.HF 61
: rare in Prose, Pl.Lg. 721c, Sph. 243a; καὶ τοῦτο κλεινὸν αὐτοῦ is well-known of him, Luc.Peregr.18.II in Crete, = τὰ παιδικά, like [dialect] Att. καλός, Ephor.149 J., Ath.11.782c.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > κλεινός
- 1
- 2
См. также в других словарях:
κλεεννός — κλεεννός, ά, όν (Α) [κλέος] (αιολ. λυρ. τ.) βλ. κλεινός … Dictionary of Greek
κλεεννός — famous masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλεεννόν — κλεεννός famous masc acc sg κλεεννός famous neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλεεννότατον — κλεεννός famous masc acc superl sg κλεεννός famous neut nom/voc/acc superl sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλεενναῖς — κλεεννός famous fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλεεννᾶς — κλεεννός famous fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλεεννέ — κλεεννός famous masc voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλεεννή — κλεεννός famous fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλεεννῷ — κλεεννός famous masc/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλεεννώ — κλεεννός famous masc/neut nom/voc/acc dual … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κλεεινόν — κλεεινός masc acc sg κλεεινός neut nom/voc/acc sg κλεεννός famous masc acc sg κλεεννός famous neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)