-
1 καππεσετην
См. также в других словарях:
καππεσέτην — καταπίπτω fall aor ind act 3rd dual (homeric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
1 καππεσετην
καππεσέτην — καταπίπτω fall aor ind act 3rd dual (homeric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)