Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

θεωρός

См. также в других словарях:

  • θεωρός — envoy sent to consult an oracle masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θέωρος — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεωρός — Το μέλος της επίσημης αποστολής αντιπροσώπων μιας αρχαίας ελληνικής πόλης σε μεγάλες γιορτές, μαντείες και ιερούς αγώνες. Βλ. λ. θεωρία. * * * ο (ΑΜ θεωρός και δωρ. τ. θεαρός και θεσσ. τ. θεουρός και θευρός) 1. θεατής, παρατηρητής 2.… …   Dictionary of Greek

  • θεωρός — ο θεατής, παρατηρητής …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • θεωροί — θεωρός envoy sent to consult an oracle masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεωρούς — θεωρός envoy sent to consult an oracle masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεωρέ — θεωρός envoy sent to consult an oracle masc voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεωρῷ — θεωρός envoy sent to consult an oracle masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεωρόν — θεωρός envoy sent to consult an oracle masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θεώρου — Θέωρος masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Θέωρον — Θέωρος masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»