-
1 Ζαβουλών
Ζαβουλών, ὁ indecl. (זְבוּלוּן) (LXX; JosAs 27:6; Demetr.: 722 Fgm. 1, 5 Jac.; Philo, Fuga 73; Test12Patr. Joseph. acc. to his ordinary usage would prob. decline Ζαβουλών [Ant. 1, 308; 2, 179]-ῶνος) Zebulun (Gen 30:20), an Israelite tribe Rv 7:8; its territory (beside Naphtali) Mt 4:13, 15; Lk 4:31 D. -
2 ὅριον
ὅριον, ου, τό (ὅρος; Soph., Thu. et al.; ins, pap, LXX; TestJud, JosAs) marker of division between two areas, boundary mostly, in our lit. exclusively, pl. boundaries = region, district (Gen 10:19; Ex 10:4, al. in LXX; TestJud 2:6; JosAs) Mt 8:34; 15:22; Mk 5:17; Ac 13:50. ἐν ὁρ. Ζαβουλὼν καὶ Νεφθαλίμ in the region of Zebulun and Naphtali Mt 4:13. τὰ ὅρ. Μαγαδάν 15:39. τὰ ὅρ. τῆς Ἰουδαίας 19:1; Mk 10:1 (Jos., C. Ap. 1, 251 τὰ ὅρ. τῆς Συρίας). Of the region around a city (Jos., Ant. 6, 191) τὰ ὅρ. Τύρου (καὶ Σιδῶνος) 7:24 (v.l. μεθόρια); cp. vs. 31a. ἀπὸ τῶν ὁρ. ἐκείνων from that district Mt 15:22. ἀνὰ μέσον τῶν ὁρ. Δεκαπόλεως through the region of the Decapolis Mk 7:31b. ἐν Βηθλέεμ καὶ ἐν πᾶσι τοῖς ὁρ. αὐτῆς in Bethlehem and all the region around it Mt 2:16. ἔστησεν ὅρ. ἐθνῶν he established the regions (perh. boundaries) for the nations 1 Cl 29:2 (Dt 32:8).—The mng. boundaries is certain in ὅρια πατέρων παρορίζειν transgress the boundaries set by the fathers Dg 11:5 v.l. (but Wengst in text).—B. 1311f. DELG s.v. ὅρος. M-M.
См. также в других словарях:
Ζαβουλών — Βιβλικό πρόσωπο. Ήταν ένας από τους δώδεκα γιους του Ιακώβ και της Αείας. Υπήρξε αρχηγός της φυλής του Ισραήλ, η οποία φέρει το όνομά του. Η περιοχή της φυλής Ζ. βρισκόταν ΒΔ της Παλαιστίνης και εκτεινόταν έως τη λίμνη της Τιβεριάδας … Dictionary of Greek
Έλων — Όνομα βιβλικών προσώπων. 1. Χεττίτης, πατέρας της Αδά, δεύτερης γυναίκας του Ησαύ. 2. Γιος του Ζαβουλών, από τον οποίο κατάγονταν οι Ελωνίτες. 3. Κριτής του Ισραήλ από τη φυλή Ζαβουλών … Dictionary of Greek
May 20 (Eastern Orthodox liturgics) — May 19 Eastern Orthodox Church calendar May 21 All fixed commemorations below celebrated on June 2 by Old Calendarists Contents 1 Saints 1.1 Other commemorations 2 Notes … Wikipedia
ЗАВУЛОН — (греч. Ζαβουλών,евр. zebûlûn, от zâbal, «оставаться», «находиться», zebûl, «помещение», «храм»), в ветхозаветном предании один из двенадцати сыновей Иакова, последний из шести сыновей, рождённых Лией (Быт. 30, 20); родоначальник эпоним одного из… … Энциклопедия мифологии
Αιλών ή Αγιαλών — Ονομασία δύο αρχαίων πόλεων της Παλαιστίνης. 1. Ανήκε στη φυλή των Ζαβουλών. 2. Ανήκε στους Αμοραίους. Στην κοιλάδα που βρισκόταν κοντά στην πόλη ο Ιησούς του Ναυή νίκησε τους Χαναναίους. Εκεί είπε και την περίφημη φράση «Στήτω ο ήλιος κατά… … Dictionary of Greek
Βαζωλών, μονή — Πατριαρχικό σταυροπηγιακό μοναστήρι του Πόντου στο όνομα του Ιωάννη του Πρόδρομου του Βαζελών, που βρισκόταν κοντά στην Τραπεζούντα. Το όνομα Βαζελών είναι νεότερο και προήλθε πιθανώς από το αρχαιότερο Ζαβουλών. Κατά την παράδοση, η μονή είναι… … Dictionary of Greek
Εβραίοι — Αρχαίος σημιτικός λαός από τη Χαλδαία, που εγκαταστάθηκε κατά τα τέλη της 2ης χιλιετίας π.Χ. στη Γη της Χαναάν. Η ονομασία του οφείλεται, κατά την παράδοση, στον Έβερ, απόγονο του Σημ, γιου του Νώε. Οι Ε. ονομάζονταν επίσης και Ισραηλίτες, όνομα… … Dictionary of Greek
ВАЗЕЛОН — [греч. Βαζελών], Патриарший ставропигиальный мон рь во имя Иоанна Предтечи; назывался также императорским как одна из наиболее известных обителей в Византийской и позднее Трапезундской империи. По преданию, основан ок. 270 г. Расположен в Юж.… … Православная энциклопедия
ЗАВУЛОН — [евр. , греч. Ζαβουλών] , 10 й сын ветхозаветного патриарха Иакова, родоначальник одноименного колена Израилева. З. был рожден Лией, после того как она нек рое время была бездетна. С помощью своего первенца Рувима она хитростью отобрала у Рахили… … Православная энциклопедия