-
1 ευχη
ἥ1) мольба, молитваεὐχὰς εὔχεσθαι или εὐχαῖς χρῆσθαι Plat. и εὐχὰς ποιεῖσθαι Arst. — обращаться с молитвами, молиться;
τινὰ εὐχῇσι λίσσεσθαι Hom. — воссылать моления к кому-л.;ἐν θεῶν εὐχαῖσι κοινόν τινα ποιεῖσθαι Soph. — допустить кого-л. к участию в богослужениях2) культ. обетεὐχέν ἔχειν NT. — дать обет;
ἐξ εὐχῆς Anth. — по обету3) (заветное или неосуществимое) желание, плод воображения, мечтаεὐχαῖς ὅμοια λέγειν Plat. — говорить о неосуществимом;
κατ΄ εὐχήν Plat., Arst. — в соответствии с желанием;ἄξια εὐχῆς Isocr. — вещи, достойные пожелания4) проклятие или благословение(γονέων εὐχαί Plat.)
πατρὸς κατ΄ εὐχάς Aesch. — согласно отцовским проклятиям
См. также в других словарях:
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… … Dictionary of Greek
εφημερίδα — Έντυπο που κυκλοφορεί κάθε μέρα ή σε αραιότερα χρονικά διαστήματα και περιέχει ειδήσεις, σχόλια και άλλο υλικό της επικαιρότητας. Στην ευρύτερη σημασία του ο όρος ε. χαρακτηρίζει κάθε τυπωμένο κείμενο, στο οποίο καταχωρούνται ειδήσεις που… … Dictionary of Greek
ЕВХАРИСТИЯ. ЧАСТЬ I — [греч. Εὐχαριστία], главное таинство христ. Церкви, состоящее в преложении (μεταβολή изменение, превращение) приготовленных Даров (хлеба и разбавленного водой вина) в Тело и Кровь Христовы и причащении (κοινωνία приобщение; μετάληψις принятие)… … Православная энциклопедия