Перевод: со всех языков

εύκρατος/ru

Ничего не найдено.

Попробуйте поискать во всех возможных языках

или измените свой поисковый запрос.

См. также в других словарях:

  • εύκρατος — η, ο (ΑΜ εὔκρατος, ον, Α ιων. τ. εὔκρητος, ον) αυτός που έχει καλή θερμοκρασία, καλό κλίμα, ο ήπιος, ο μέτριος (α. «εύκρατο κλίμα» το κλίμα που δεν είναι ούτε πολύ ψυχρό ούτε πολύ θερμό β. «οι εύκρατες ζώνες τής γης» οι ζώνες που περιλαμβάνονται… …   Dictionary of Greek

  • εὔκρατος — εὔκρᾱτος , εὔκρατος well tempered masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εύκρατος — η, ο για κλίμα, μέτριος, ούτε πολύ θερμός ούτε πολύ ψυχρός: Εύκρατες χώρες …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εὔκρητον — εὔκρατος well tempered masc/fem acc sg (ionic) εὔκρατος well tempered neut nom/voc/acc sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐκρήτου — εὔκρατος well tempered masc/fem/neut gen sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐκρήτῳ — εὔκρατος well tempered masc/fem/neut dat sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὔκρητα — εὔκρατος well tempered neut nom/voc/acc pl (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὔκρητοι — εὔκρατος well tempered masc/fem nom/voc pl (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὔκρητος — εὔκρατος well tempered masc/fem nom sg (ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εὐκρατότερον — εὐκρᾱτότερον , εὔκρατος well tempered adverbial comp εὐκρᾱτότερον , εὔκρατος well tempered masc acc comp sg εὐκρᾱτότερον , εὔκρατος well tempered neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εύρος — Η απόσταση ανάμεσα στις πλησιέστερες πλευρές μιας επιφάνειας (αλλιώς φάρδος ή πλάτος). Ε. τόξου ονομάζεται η απόσταση μεταξύ των δύο άκρων του. (Αστρον.) Το συμπλήρωμα του αζιμουθίου αστέρα κατά την ανατολή ή τη δύση του. Δίνεται από τον τύπο:… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»