-
1 διπλάσι'
διπλάσια, διπλάσιοςtwofold: neut nom /voc /acc plδιπλάσιε, διπλάσιοςtwofold: masc voc sgδιπλάσιαι, διπλάσιοςtwofold: fem nom /voc pl -
2 διπλασιεπιδίμοιρος
διπλᾰσι-επιδίμοιρος [δῐμ], ον, Gaud.Harm. 10, and [suff] διπλᾰσι-επιδῐμερής, ές, Nicom.Ar.1.23, 2 2/3A times as great:Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιεπιδίμοιρος
-
3 διπλασιεπιτετραμερής
A times as great:Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιεπιτετραμερής
-
4 διπλασιάζω
A double, Pl.Lg. 920a, Hierocl. in CA20p.465M., etc.: —[voice] Pass., Prodic.7, X.Ages.5.1, Ph.2.534;δ. λέγεται διχῶς· ἢ γὰρ τόπον.. μένοντος τοῦ πλήθους τῶν ἀνδρῶν, ἢ τὸν ἀριθμόν Ascl.Tact.10.17
; soδ. τὸ βάθος Plb.18.24.8
.2 Gramm., reduplicate, A.D. Pron.62.23, al.:—[voice] Pass., Id.Synt.237.23.II intr., to be twice the size of,τινός D.S.4.84
; to be doubled in value, Lys.32.25.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιάζω
-
5 διπλασίασις
Aτῶν ἀνδρῶν Ascl. Tact.10.17
;τῆς χώρας Nicom.Ar.1.13
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασίασις
-
6 διπλασιασμός
διπλᾰσι-ασμός, ὁ,II Gramm., the Ionic doubling of consonants, as in τόσσος, EM68.47, Eust.73.3, etc.b reduplication, A.D.Synt.323.6.III in Tactics, doubling of front, Ascl. Tact.10.18, etc.; of Numbers, ib.17, etc.IV in Anatomy, cross-action of muscles, Gal.18(2).974.V = δίπλωσις 11, PHolm.1.39.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιασμός
-
7 διπλασιαστικός
A of or for doubling, Alex.Aphr. in Metaph.756.24.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιαστικός
-
8 διπλασιεπιδίτριτος
A times as great:Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιεπιδίτριτος
-
9 διπλασιεπίεκτος
A times as great:Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιεπίεκτος
-
10 διπλασιεπίπεμπτος
A times as great:Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιεπίπεμπτος
-
11 διπλασιεπιτέταρτος
A times as great:Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιεπιτέταρτος
-
12 διπλασιεπιτριμερής
A times as great:Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιεπιτριμερής
-
13 διπλασιεπιτριτέταρτος
A times as great, ibid.:Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιεπιτριτέταρτος
-
14 διπλασιεπίτριτος
A times as great:Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιεπίτριτος
-
15 διπλασιεφήμισυς
A times as great.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιεφήμισυς
-
16 διπλασιημιόλιος
διπλᾰσι-ημῐόλιος, ονGreek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διπλασιημιόλιος
См. также в других словарях:
διπλάσι' — διπλάσια , διπλάσιος twofold neut nom/voc/acc pl διπλάσιε , διπλάσιος twofold masc voc sg διπλάσιαι , διπλάσιος twofold fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)