-
21 διοσημείαι
-
22 διοσημεῖαι
-
23 διοσημειών
-
24 διοσημειῶν
-
25 διοσημείαν
διοσημείᾱν, Διοσημίαa sign from Zeus: fem acc sg (attic doric aeolic) -
26 διοσημιών
-
27 διοσημιῶν
-
28 Διοσημασία
Δῐοσημ-ᾰσία, ἡ,A = Διοσημία, Lyd.Ost.47.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > Διοσημασία
-
29 ἐναίσαρι
ἐναίσαρι· στερεοῦ· οἱ δὲ ἐνάσαρι, Hsch. [full] ἐναίσασθαι· φθαρῆναι, γηράσαι, Id. [full] ἐναισιμία· διοσημία, Id.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐναίσαρι
-
30 ἐχεσαμία
ἐχε-σᾱμία· ὅτε θέρους ὄντος ψεκάσῃ ἤ βροντήσῃ, Hsch. (i. e. a sign which causes public business to be suspended, cf. διοσημία).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐχεσαμία
- 1
- 2
См. также в других словарях:
Διοσημία — Διοσημίᾱ , Διοσημία a sign from Zeus fem nom/voc/acc dual Διοσημίᾱ , Διοσημία a sign from Zeus fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διοσημία — διοσημίᾱ , Διοσημία a sign from Zeus fem nom/voc/acc dual διοσημίᾱ , Διοσημία a sign from Zeus fem nom/voc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Διοσημίᾳ — Διοσημίαι , Διοσημία a sign from Zeus fem nom/voc pl Διοσημίᾱͅ , Διοσημία a sign from Zeus fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διοσημίᾳ — διοσημίαι , Διοσημία a sign from Zeus fem nom/voc pl διοσημίᾱͅ , Διοσημία a sign from Zeus fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διοσημία — η (Α) 1. κάθε σημείο που προέρχεται από τον Δία, οιωνός από τον ουρανό, μετεωρολογικό ή ουράνιο φαινόμενο που προαναγγέλλει το μέλλον 2. οιωνός, σημάδι, μήνυμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < διο * + σημία < σημος < σήμα] … Dictionary of Greek
διοσημία — η κάθε σημάδι του Δία, κάθε μετεωρολογικό φαινόμενο: Οι διοσημίες θεωρούνταν οιωνοί από τους αρχαίους … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Διοσημίας — Διοσημίᾱς , Διοσημία a sign from Zeus fem acc pl Διοσημίᾱς , Διοσημία a sign from Zeus fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διοσημίας — διοσημίᾱς , Διοσημία a sign from Zeus fem acc pl διοσημίᾱς , Διοσημία a sign from Zeus fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Διοσημίαι — Διοσημία a sign from Zeus fem nom/voc pl Διοσημίᾱͅ , Διοσημία a sign from Zeus fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διοσημίαι — Διοσημία a sign from Zeus fem nom/voc pl διοσημίᾱͅ , Διοσημία a sign from Zeus fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Διοσημίαν — Διοσημίᾱν , Διοσημία a sign from Zeus fem acc sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)