-
1 δικαιώματι
δικαίωμαact of right: neut dat sg -
2 συν
πρόθ. με δοτ.1) (вместе) с, со;συν τινι; — с кем?, с чём?;
συν αυτοίς — с ними;
συν γυναιξί και τέκνοις — с жёнами и детьми;
οι συν αύτώ — а) его друзья, его люди; — б) друзья по несчастью;
τω δικαιώματι μεταβιβάσεως — с правом передачи;2) кроме, помимо, сверх;συν τοίς άλλοις — помимо всего прочего;
συν τούτοις — кроме того, сверх того;
3) посредством, с помощью;συν τη βία — силой;
4) (при обозначении времени) с, со:συν τω χρόνω — со временем;
5) в соответствии с, согласно;συν τω νόμω — согласно закону;
συν τω δικαίω — по справедливости, справедливо;
6) мат. плюс;δύο συν τρία ίσον πέντε — два плюс три равняется пяти;
§ συν τάχει — быстро, скоро, поспешно;
συν θεώ — с божьей помощью;
συν Αθήνα και χείρα κίνει — погов, на бога надейся, а сам не плошай
См. также в других словарях:
δικαιώματι — δικαίωμα act of right neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία — (ή απλώς Καθολική ή Δυτική). Η χριστιανική Εκκλησία που υπάγεται στον πάπα της Ρώμης. Στην Ελλάδα παλιότερα χρησιμοποιούνταν ο όρος Δυτική ή Παπική Εκκλησία· ο όρος Δυτική όμως δεν είναι ορθός, γιατί στη Δύση υπάρχουν και άλλες Εκκλησίες, όπως οι … Dictionary of Greek
Σενεγάλη — Κράτος της Δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με τη Mαυριτανία, Α με το Mάλι και στα Ν με τη Γουινέα και την Γκάμπια. Στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό.H Σενεγάλη αντιστοιχεί στο ομώνυμο πρώην έδαφος της Δυτικής Γαλλικής Aφρικής (AOF), που… … Dictionary of Greek