Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

δικαιώματι

  • 1 δικαιώματι

    δικαίωμα
    act of right: neut dat sg

    Morphologia Graeca > δικαιώματι

  • 2 συν

    πρόθ. με δοτ.
    1) (вместе) с, со;

    συν τινι; — с кем?, с чём?;

    συν αυτοίς — с ними;

    συν γυναιξί και τέκνοις — с жёнами и детьми;

    οι συν αύτώ — а) его друзья, его люди; — б) друзья по несчастью;

    συν τω δικαιώματι μεταβιβάσεως — с правом передачи;

    2) кроме, помимо, сверх;

    συν τοίς άλλοις — помимо всего прочего;

    συν τούτοις — кроме того, сверх того;

    3) посредством, с помощью;

    συν τη βία — силой;

    συν τω χρόνω — со временем;

    5) в соответствии с, согласно;

    συν τω νόμω — согласно закону;

    συν τω δικαίω — по справедливости, справедливо;

    6) мат. плюс;

    δύο συν τρία ίσον πέντε — два плюс три равняется пяти;

    § συν τάχει — быстро, скоро, поспешно;

    συν θεώ — с божьей помощью;

    συν Αθήνα και χείρα κίνει — погов, на бога надейся, а сам не плошай

    Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό > συν

См. также в других словарях:

  • δικαιώματι — δικαίωμα act of right neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία — (ή απλώς Καθολική ή Δυτική). Η χριστιανική Εκκλησία που υπάγεται στον πάπα της Ρώμης. Στην Ελλάδα παλιότερα χρησιμοποιούνταν ο όρος Δυτική ή Παπική Εκκλησία· ο όρος Δυτική όμως δεν είναι ορθός, γιατί στη Δύση υπάρχουν και άλλες Εκκλησίες, όπως οι …   Dictionary of Greek

  • Σενεγάλη — Κράτος της Δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με τη Mαυριτανία, Α με το Mάλι και στα Ν με τη Γουινέα και την Γκάμπια. Στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό.H Σενεγάλη αντιστοιχεί στο ομώνυμο πρώην έδαφος της Δυτικής Γαλλικής Aφρικής (AOF), που… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»