-
1 διαπήγνυμι
A fix or thrust through,ἀκόντιον διὰ πλευρῶν Antipho 3.3.5
; transfix, διέπᾱξε σιδάρῳ Epigr.inPTeb.3.29 (i B.C.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > διαπήγνυμι
-
2 διαπεπηγμένον
διαπήγνυμιfix: perf part mp masc acc sgδιαπήγνυμιfix: perf part mp neut nom /voc /acc sg -
3 διαπέπηγε
διαπήγνυμιfix: perf imperat act 2nd sgδιαπήγνυμιfix: perf ind act 3rd sg -
4 διαπέπηγεν
διαπήγνυμιfix: perf ind act 3rd sgδιαπήγνυμιfix: plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) -
5 διαπήξαντα
διαπήγνυμιfix: aor part act neut nom /voc /acc plδιαπήγνυμιfix: aor part act masc acc sg -
6 διαπεπηγμένος
διαπήγνυμιfix: perf part mp masc nom sg -
7 διαπεπηγός
διαπήγνυμιfix: perf part act neut nom /voc /acc sg -
8 διαπεπήχθω
διαπήγνυμιfix: perf imperat mp 3rd sg -
9 διαπηγνύντες
διαπήγνυμιfix: pres part act masc nom /voc pl -
10 διαπηγνύντος
διαπήγνυμιfix: pres part act masc /neut gen sg -
11 διαπηξαμένη
διαπήγνυμιfix: aor part mid fem nom /voc sg (attic epic ionic) -
12 διαπηξαμένους
διαπήγνυμιfix: aor part mid masc acc pl -
13 διαπηξάμενος
διαπήγνυμιfix: aor part mid masc nom sg -
14 διαπήγνυνται
διαπήγνυμιfix: pres ind mp 3rd pl -
15 διαπήγνυσθαι
διαπήγνυμιfix: pres inf mp -
16 διαπήγνυται
διαπήγνυμιfix: pres ind mp 3rd sg -
17 διαπήξαντες
διαπήγνυμιfix: aor part act masc nom /voc pl -
18 διαπήξασθαι
διαπήγνυμιfix: aor inf mid -
19 διεπήγνυεν
διαπήγνυμιfix: imperf ind act 3rd sg -
20 διεπήγνυτο
διαπήγνυμιfix: imperf ind mp 3rd sg
- 1
- 2
См. также в других словарях:
διαπήγνυμι — (Α) βλ. διαπηγνύω … Dictionary of Greek
διαπεπηγμένον — διαπήγνυμι fix perf part mp masc acc sg διαπήγνυμι fix perf part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαπέπηγε — διαπήγνυμι fix perf imperat act 2nd sg διαπήγνυμι fix perf ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαπέπηγεν — διαπήγνυμι fix perf ind act 3rd sg διαπήγνυμι fix plup ind act 3rd pl (epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαπήξαντα — διαπήγνυμι fix aor part act neut nom/voc/acc pl διαπήγνυμι fix aor part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαπεπηγμένος — διαπήγνυμι fix perf part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαπεπηγός — διαπήγνυμι fix perf part act neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαπεπῆχθαι — διαπήγνυμι fix perf inf mp … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαπεπήχθω — διαπήγνυμι fix perf imperat mp 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαπηγνύντες — διαπήγνυμι fix pres part act masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαπηγνύντος — διαπήγνυμι fix pres part act masc/neut gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)