-
1 διαμαρτυρίαι
διαμαρτυρίαobstructive plea: fem nom /voc plδιαμαρτυρίᾱͅ, διαμαρτυρίαobstructive plea: fem dat sg (attic doric aeolic) -
2 διαμαρτυρία
διαμαρτυρίᾱ, διαμαρτυρίαobstructive plea: fem nom /voc /acc dualδιαμαρτυρίᾱ, διαμαρτυρίαobstructive plea: fem nom /voc sg (attic doric aeolic)——————διαμαρτυρίαι, διαμαρτυρίαobstructive plea: fem nom /voc plδιαμαρτυρίᾱͅ, διαμαρτυρίαobstructive plea: fem dat sg (attic doric aeolic)
См. также в других словарях:
διαμαρτυρίαι — διαμαρτυρία obstructive plea fem nom/voc pl διαμαρτυρίᾱͅ , διαμαρτυρία obstructive plea fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαμαρτυρίᾳ — διαμαρτυρίαι , διαμαρτυρία obstructive plea fem nom/voc pl διαμαρτυρίᾱͅ , διαμαρτυρία obstructive plea fem dat sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)