Перевод: со всех языков
- Со всех языков на:
- Английский
διαγρᾰφ-ή/el
Ничего не найдено.
Попробуйте поискать во всех возможных языках
или измените свой поисковый запрос.
См. также в других словарях:
διάγραφ' — διάγραφα , διάγραφον neut nom/voc/acc pl διάγραφε , διαγράφω mark out by lines pres imperat act 2nd sg διάγραφε , διαγράφω mark out by lines imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διαγράφομαι — διαγράφομαι, διαγράφ(τ)ηκα, διαγραμμένος βλ. πίν. 122 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
διαγράφω — διέγραψα, διαγράφ(τ)ηκα, διαγραμμένος 1. αποδίδω σχηματικά, σχεδιάζω: Πρέπει να διαγράψεις την πορεία σου στο χάρτη πριν ξεκινήσεις ένα τόσο μακρινό ταξίδι. 2. εκθέτω συνοπτικά: Στη συνέλευση διαγράφτηκε η μελλοντική πολιτική της εταιρείας μας. 3 … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)