-
1 встреча
встреча ж η συνάντηση η υποδοχή (приём) тёплая \встреча η θερμή υποδοχή; \встреча фут больных команд η ποδοσφαι ρική συνάντηση ◇ \встреча Нового года о γιορτασμός του Νέου έτους* * *жη συνάντηση; η υποδοχή ( приём)тёплая встре́ча — η θερμή υποδοχή
встре́ча футбо́льных кома́нд — η ποδοσφαιρική συνάντηση
••встре́ча Но́вого го́да — ο γιορτασμός του Νέου έτους
-
2 празднование
-
3 юбилейный
юбилейный του ιωβηλαίου; \юбилейныйые торжество о γιορτασμός (или πανηγυρισμός) του ιωβηλαίου* * *юбиле́йные торжества́ — ο γιορτασμός ( или πανηγυρισμός) του ιωβηλαίου
-
4 торжество
-а ουδ.γιορτασμός• γιορτή•πανηγύρι•национальное торжество εθνικός γιορτασμός•
семейное торжество οικογενειακή γιορτή.
βλ. торжественность. || θρίαμβος•торжество разума θρίαμβος του λογικού•
торжество справедливости θρίαμβος της δικαιοσύνης.
|| ευφροσύνη, αγαλλίαση. -
5 празднование
пра́зднова||ниес ὁ γιορτασμός, τό γιόρτασμα, ὁ ἐορτασμός. -
6 чествование
чествова||ниес ὁ γιορτασμός (или ὁ ἐορτασμός) προς τιμήν κάποιου. -
7 чествование
[τσιέστβαβαντιε] ουσ. ο. γιορτασμός -
8 чествование
[τσιέστβαβαντιε] ουσ ο γιορτασμός -
9 гулянье
-я, γεν. πλθ. -ний, -ньям ουδ.1. περίπατος, βόλτα, σεργιάνι, σουλάτσο.2. διασκέδαση σε ανοιχτό χώρο. || μαζικός γιορτασμός, γιορτή•народное гулянье λαϊκός γιορταστικός περίπατος•
праздническое гулянье γιορταστική διασκέδαση.
3. τόπος διασκέδασης, ψυχαγωγίας. -
10 дожинки
-нок πλθ. (διαλκ.) γιορτασμός της τελευταίας μέρας του θερισμού. -
11 именины
-нин πλθ. ονομαστική γιορτή•сегодня мои именины σήμερα έχω την ονομαστική μου γιορτή, σήμερα γιορτάζω•
поздравляю вас с -ами σας εύχομαι χρόνια πολλά για τη γιορτή σας•
справлять свой именины γιορτάζω την ονομαστική γιορτή με διασκέδαση, γλέντι.
|| γιορτασμός της ονομαστικής γιορτής. -
12 ознаменование
-я ουδ.γιορτασμός, εορτασμός• πανηγυρισμός.εκφρ.в ознаменование – προς τιμήν ή στη μνήμη•в ознаменование своей благодарности – ως σημείο (ένδειξη) ευγνωμοσύνης•в ознаменование победы – για το γιορτασμό της νίκης. -
13 парад
-а α.1. παρέλαση, παράτα•первомайский парад πρωτομαγιάτικη παρέλαση•
физкультурный парад αθλιτική παρέλαση.
2. γιορτασμός πανηγυρισμός.εκφρ.в полном ή во всём -е – γιορταστικά ντυμένος. -
14 празднество
-а ουδ.γιορτασμός, φέστα,πανηγυρισμός. -
15 праздничность
-и θ.γιορτασμός, πανηγυρισμός, γιορταστικός χαρακτήρας. -
16 празднование
-я ουδ.γιορτασμός, εορτασμός• πανηγυρισμός. -
17 триумф
-а α.θρίαμβος (επινίκια πομπή, γιορτασμός). || λαμπρή επιτυχία•триумф русского балета θρίαμβος του ρωσικού μπαλέτου.
-
18 чествование
-я ουδ.γιορτασμός (προς τιμή κάποιου). || συγκέντρωση επίσημη, τελετή. -
19 юбилейный
επ.ιωβηλιαίος•юбилейный медаль ιωβη-λιαίο μετάλλιο•
-ые торжества ιωβηλιαίος γιορτασμός.
См. также в других словарях:
γιορτασμός — ο ο εορτασμός. [ΕΤΥΜΟΛ. < εορτασμός, με ανάπτυξη j από τη συνίζηση του συμπλέγματος εο (πρβλ. εορτάζω γιορτάζω)] … Dictionary of Greek
γιορτασμός — ο το γιόρτασμα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Παγκόσμια Ημέρα της Μητέρας — Διεθνής γιορτασμός της μητέρας, ως φόρος τιμής προς τις μητέρες όλου του κόσμου για τις προσπάθειές τους να αναθρέψουν και να διαπαιδαγωγήσουν τα παιδιά τους. Η Π. Η. της Μ. γιορτάζεται την 1η Κυριακή του Μαΐου κάθε χρόνο … Dictionary of Greek
Πρωτομαγιά — η η πρώτη μέρα του Μαΐου και ο γιορτασμός της … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
εξακοσιετηρίδα — η 1. επέτειος για τη συμπλήρωση εξακοσίων ετών από κάποιο γεγονός. 2. ο γιορτασμός γι αυτή την επέτειο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)