-
1 γλαύξ
(-κός) η сова;§ κομίζει γλαυκά βίς Αθήνας погов, подумаешь, чем удивил, это давно известно (ср. русск, в Тулу со своим самоваром) -
2 εκφέρω
(αόρ. εξέφερα, παθ. αόρ. εξηνέχθην) μετ.1) произносить, высказывать;εκφέρω γνώμη — высказывать мнение;
2) выносить (покойника);εκφέρ νεκρό — выносить тело, хоронить;
§ εκφέρω βίς φως — извлечь на свет;
εκφέρομαι — грам, сочетаться, употребляться; — управлять;
τό
ρήμα εκφέρεται μετά γενικής — глагол управляет (или употребляется с) родительным падежом -
3 εναπόκειται
απρόσ.1) находится в распоряжении, во власти; 2) зависит (от кого-л.); возложено (на кого-л.); предоставлено (кому-л.); должно, надлежит;εις τον υπουργόν εναπόκειταινά λύσει το ζήτημα — решение вопроса зависит от министра;
βίς σε εναπόκειται να αποφασίσεις — тебе нужно решить;
εναπόκειται είς την κρίσιν σας — вам (следует) решать
См. также в других словарях:
Δαλματία — (Dalmacija). Παράκτια ιστορική γεωγραφική περιοχή (περ. 15.000 τ. χλμ.) στο δυτικό τμήμα της Βαλκανικής χερσονήσου, στην Αδριατική που σήμερα πολιτικά ανήκει κατά το μεγαλύτερος μέρος της στην Κροατία και λιγότερο στη Βοσνία Ερζεγοβίνη και στο… … Dictionary of Greek
и́бис — а, м. Птица отряда голенастых, с длинными ногами и длинным загнутым клювом, обитающая в теплых странах, обычно близ воды. [греч. ’ιβις] … Малый академический словарь
ТЕОН СМИРНСКИЙ — ТЕОН СМИРНСКИЙ (Θέων 6 Σμνρναΐος) (1 я пол. 2 в. н. э.), представитель Среднего платонизма. Известен как автор трактата «Изложение математических предметов, полезных при чтении Платона» (των καθά τὸ μαθηματικον χρησίμον βίς την Πλάτωνος… … Античная философия
δερβίσης — Λέξη περσικής προέλευσης (προέρχεται, πιθανώς, από τις λέξεις ντερ = πόρτα και βις = κοίτασμα, και σημαίνει ζητιάνος που στέκει στην πόρτα ή που γυρίζει από πόρτα σε πόρτα, αλλά η ετυμολογία αυτή είναι αμφίβολη) με την οποία σε πολλές χώρες του… … Dictionary of Greek
ροκοκό — Στο διάστημα μεταξύ του τέλους του μπαρόκ και της αρχής των νεοκλασικών ιδεών, αναπτύχθηκε στη Γαλλία και διαδόθηκε στην Ευρώπη μια μορφή τέχνης με διεθνή χαρακτήρα, που αν και συνδεμένη με το μπαρόκ, σήμανε κατά κάποιο τρόπο το τέλος του. Ο όρος … Dictionary of Greek
Αδριατική θάλασσα — Θαλάσσιο τμήμα (περ. 132.000 τ. χλμ.) της Μεσογείου μεταξύ της Ιταλικής χερσονήσου στα Δ και της Βαλκανικής χερσονήσου στα Α. Βρέχει την Ιταλία, τη Σλοβενία, την Κροατία, τη Γιουγκοσλαβία και την Αλβανία και καταλαμβάνει την κοιλότητα μεταξύ δύο… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
Γερμανία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας Προηγούμενη ονομασία (1948 90): Γερμανική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία (ή Δυτική Γερμανία) & Γερμανική Λαϊκή Δημοκρατία) Έκταση: 357.021 τ.χλμ Πληθυσμός: 82.440.309 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα:… … Dictionary of Greek