-
1 αὐτο-νυχίς
αὐτο-νυχίς, u. αὐτο-νυχιδίς, dass., B. A. p. 1319.
-
2 αὐτονυκτί
αὐτο-νυκτί, αὐτο-νυχί, αὐτο-νυχίς, αὐτο-νυχιδίς, in derselben Nacht -
3 αὐτονυχί
αὐτο-νυκτί, αὐτο-νυχί, αὐτο-νυχίς, αὐτο-νυχιδίς, in derselben Nacht -
4 αὐτονυχίς
αὐτο-νυκτί, αὐτο-νυχί, αὐτο-νυχίς, αὐτο-νυχιδίς, in derselben Nacht -
5 αὐτονυχιδίς
αὐτο-νυκτί, αὐτο-νυχί, αὐτο-νυχίς, αὐτο-νυχιδίς, in derselben Nacht -
6 αὐτονυχίς
A = αὐτονυχί I, Theognost.Can.163.17.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > αὐτονυχίς
Перевод: с греческого на все языки
со всех языков на греческий- Со всех языков на:
- Греческий
- С греческого на:
- Все языки
- Английский
- Немецкий