-
81 αινάς
-
82 αἰνᾶς
-
83 αινή
αἰνέωtell: pres subj mp 2nd sgαἰνέωtell: pres ind mp 2nd sgαἰνέωtell: pres subj act 3rd sgαἰνόςdread: fem dat sg (attic epic ionic) -
84 αἰνῇ
αἰνέωtell: pres subj mp 2nd sgαἰνέωtell: pres ind mp 2nd sgαἰνέωtell: pres subj act 3rd sgαἰνόςdread: fem dat sg (attic epic ionic) -
85 αινήι
αἰνῇ, αἰνέωtell: pres subj mp 2nd sgαἰνῇ, αἰνέωtell: pres ind mp 2nd sgαἰνῇ, αἰνέωtell: pres subj act 3rd sgαἰνῇ, αἰνόςdread: fem dat sg (attic epic ionic) -
86 αἰνῆι
αἰνῇ, αἰνέωtell: pres subj mp 2nd sgαἰνῇ, αἰνέωtell: pres ind mp 2nd sgαἰνῇ, αἰνέωtell: pres subj act 3rd sgαἰνῇ, αἰνόςdread: fem dat sg (attic epic ionic) -
87 αινής
-
88 αἰνῆς
-
89 αινήσι
-
90 αἰνῇσι
-
91 αινήσιν
-
92 αἰνῇσιν
-
93 αιναί
-
94 αἰναί
-
95 αινοίς
αἰνέωtell: pres opt act 2nd sg (attic epic doric)αἰνόςdread: masc /neut dat pl (epic ionic) -
96 αἰνοῖς
αἰνέωtell: pres opt act 2nd sg (attic epic doric)αἰνόςdread: masc /neut dat pl (epic ionic) -
97 αινοτάτη
-
98 αἰνοτάτη
-
99 αινοτάτην
-
100 αἰνοτάτην
См. также в других словарях:
αἰνός — dread masc nom sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αἶνος — tale masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἶνος — tale masc nom sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αίνος — I Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία πόλη της Θράκης (την αναφέρει ο Όμηρος) στις εκβολές του Έβρου, στην τουρκική σήμερα όχθη του. Φαίνεται πως πριν ακόμα από τη μυκηναϊκή εποχή είχε αποικιστεί από Αιολείς της κυρίως Ελλάδας και των νησιών. Τα… … Dictionary of Greek
άινος — I Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία πόλη της Θράκης (την αναφέρει ο Όμηρος) στις εκβολές του Έβρου, στην τουρκική σήμερα όχθη του. Φαίνεται πως πριν ακόμα από τη μυκηναϊκή εποχή είχε αποικιστεί από Αιολείς της κυρίως Ελλάδας και των νησιών. Τα… … Dictionary of Greek
αινός — I Ονομασία αρχαίων πόλεων. 1. Αρχαία πόλη της Θράκης (την αναφέρει ο Όμηρος) στις εκβολές του Έβρου, στην τουρκική σήμερα όχθη του. Φαίνεται πως πριν ακόμα από τη μυκηναϊκή εποχή είχε αποικιστεί από Αιολείς της κυρίως Ελλάδας και των νησιών. Τα… … Dictionary of Greek
Αίνος — Sp Ènas Ap Αίνος/Ainos L k. ir nac. parkas Kefalinijos s., Graikija … Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė
αἰνά — αἰνός dread neut nom/voc/acc pl (epic ionic) αἰνά̱ , αἰνός dread fem nom/voc/acc dual (epic ionic) αἰνά̱ , αἰνός dread fem nom/voc sg (epic doric ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰνότερον — αἰνός dread adverbial comp (epic ionic) αἰνός dread masc acc comp sg (epic ionic) αἰνός dread neut nom/voc/acc comp sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰνόν — αἰνός dread masc acc sg (epic ionic) αἰνός dread neut nom/voc/acc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἰνότατα — αἰνός dread adverbial superl (epic ionic) αἰνός dread neut nom/voc/acc superl pl (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)