Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

αρχιπέλαγος

См. также в других словарях:

  • αρχιπέλαγος — το ους 1. πολλά νησιά κατασπαρμένα σε μια περιοχή: Το νησί αυτό βρίσκεται στο αρχιπέλαγος των Νέων Εβρίδων. 2. ειδικότερα τα νησιά του Αιγαίου: Στον α’ παγκόσμιο πόλεμο στη Μακεδονία έδρασε η μεραρχία Αρχιπελάγους …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • αρχιπέλαγος — Όρος γεωγραφικός με τον οποίο υποδηλώνεται είτε μια θαλάσσια περιοχή με πολλά νησιά είτε ένα νησιωτικό σύμπλεγμα, δηλαδή μια ομάδα γειτονικών νησιών. O όρος α. είχε χρησιμοποιηθεί αρχικά από τους Βενετούς για το Αιγαίο. Από τα πιο εκτεταμένα α.… …   Dictionary of Greek

  • Αλεξάνδρου, αρχιπέλαγος — Αρχιπέλαγος (36.800 τ. χλμ.) του Ειρηνικού ωκεανού, κοντά στις νοτιοανατολικές ακτές της Αλάσκας. Περιλαμβάνει περίπου 1.100 νησιά με σχετικά ήπιο κλίμα. Κυριότερες πόλεις είναι η Σίτκα στο νησί Μπάρανοφ και η Κέτσικαν στο νησί Ρεβιλαγκιγκέντο.… …   Dictionary of Greek

  • Βίσμαρκ, αρχιπέλαγος — (Bismarck Archipelago).Νησιωτικό σύμπλεγμα (49.730 τ. χλμ.) του κράτους Παπούα Νέα Γουινέα στον νοτιοδυτικό Ειρηνικό ωκεανό.Περιλαμβάνεται μεταξύ του Ισημερινού και νότιου γεωγραφικού πλάτους 7° και μεταξύ 145° και 155° ανατολικού μήκους. Το… …   Dictionary of Greek

  • Σούλου, αρχιπέλαγος των- — Λέγεται και Σουλού. Νησιωτικό συγκρότημα των Φιλιππίνων, μεταξύ των νησιών Βόρνεο και Μιντανάο, που αποτελεί την επαρχία Σούλου (1.600 τ. χλμ., 360.588 κάτ.). Πρωτεύουσα της επαρχίας είναι η Χόλο. Θαλασσινό τοπίο στη Χόλο, πρωτεύουσα του… …   Dictionary of Greek

  • Λακαδίβες — Αρχιπέλαγος (60.595 κάτ. το 2001) της Αραβικής θάλασσας, το οποίο αποτελείται από 14 κοραλλιογενή νησιά, σε απόσταση περίπου 300 χλμ. από την ακτή Μαλαμπάρ (νοτιοδυτική Ινδία). Περιλαμβάνει δύο κύριες ομάδες: τις Αμιντίβι στα Β και τις Λ. (που… …   Dictionary of Greek

  • Σαμόα Αμερικανικές — Αρχιπέλαγος του νοτιοκεντρικού Ειρηνικού ωκεανού, που περιλαμβάνει τα νησιά Τουτουίλα (το μεγαλύτερο), Αουνούου, Τάου, Οφου, Ολοσέγκα, ηφαιστειογενούς κυρίως προέλευσης, περιβαλλόμενα από κοραλλιογενή φράγματα, και η ακατοίκητη ατόλλη Ρόουζ, με… …   Dictionary of Greek

  • Τουαμότου, Νησιά — Αρχιπέλαγος του νοτιοκεντρικού Ειρηνικού ωκεανού, που αποτελείται από περίπου 80 νησιά, τυπικές ατόλλες μικρής επιφάνειας, σχεδόν όλα ακατοίκητα ή κατοικημένα κατά περιόδους. Από αυτά η Ρανγκιρόα (600 κάτ.), η πιο εκτεταμένη, η Φακαράβα (300… …   Dictionary of Greek

  • Τουμπουάι, Νησιά ή (Iles Tubuai) — Αρχιπέλαγος (164 τ. χλμ.) του νοτιοκεντρικού Ειρηνικού ωκεανού. Αποτελεί τμήμα της Γαλλικής Πολυνησίας και αποτελείται από 4 κύρια νησιά, επάνω στον Τροπικό του Αιγόκερω, τα: Τουμπουάι (1.400 κάτ.), Ριματάρα (700 κάτ.), Ρουρούτου και Ραϊβαβάε,… …   Dictionary of Greek

  • Φερόες — Αρχιπέλαγος της Βόρειας Ευρώπης που ανήκει πολιτικά στη Δανία. Από το 1948 όμως έχει διοικητική αυτονομία και δικό του Κοινοβούλιο (Lagting). Αποτελείται από 22 μεγαλύτερα νησιά, από τα οποία μόνο 17 είναι κατοικημένα, και από πολυάριθμα άλλα… …   Dictionary of Greek

  • Νικομπάρ — Αρχιπέλαγος του Ινδικού ωκεανού. Βλ. λ. Ανταμάν και Νικομπάρ …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»