-
1 αίσιν
-
2 αἶσιν
Βλ. λ. αίσιν -
3 αἷσιν
Βλ. λ. αίσιν -
4 Αιτναίαισιν
-
5 Αἰτναίαισιν
-
6 Αργείαισιν
-
7 Ἀργείαισιν
-
8 Ιδαίαισιν
-
9 Ἰδαίαισιν
-
10 αικίαισιν
-
11 αἰκίαισιν
-
12 αρχαίαισιν
-
13 ἀρχαίαισιν
-
14 ειδυίαισιν
-
15 εἰδυίαισιν
-
16 ερημαίαισιν
-
17 ἐρημαίαισιν
-
18 θείαισιν
θείαone's father's: fem dat pl (epic ionic aeolic)θεί̱αισιν, θεῖος 1of: fem dat pl (epic ionic aeolic) -
19 μαντείαισιν
μαντείαprophetic power: fem dat pl (epic ionic aeolic)μαντεί̱αισιν, μαντεῖοςoracular: fem dat pl (epic ionic aeolic) -
20 παντοίαισιν
παντοί̱αισιν, παντοῖοςof all sorts: fem dat pl (epic ionic aeolic)
См. также в других словарях:
αἶσιν — αἶσις fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αἷσιν — ὅς yas fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Που Γι, Αϊσίν Τζορό — (Πεκίνο 1906 – 1982). Ο τελευταίος Κινέζος αυτοκράτορας. Ανέβηκε στον θρόνο της Κίνας σε ηλικία 2 ετών με το όνομα Χσυάν – τ’ ουνγκ, αλλά 3 χρόνια αργότερα μετά το επαναστατικό κίνημα του οποίου αρχηγός ήταν ο Σουν Γιατ Σεν, υπογράφτηκε, στο… … Dictionary of Greek
AESIS — Umbriae civitas, Ptolemaeo Αἶσις, at Straboni Αἴσιον, unde Plinio l. 3. c. 14. oppidani sunt Aesinates. Idem l. 11. c. 42. quod est de diversitate caseorum Aesinatem ex Umbria. longitud. 37. 00. latitud. 43. 35. Item Umbriae fluv. Strab. l. 5.… … Hofmann J. Lexicon universale
οικωφελία — οἰκωφελία και οἰκωφέλεια, επικ. τ. οἰκωφελίη, ἡ (Α) [οικωφελής] οικονομία στο σπίτι, νοικοκυροσύνη («δῶρον... γύναιξιν, νόος οἰκωφελίας αἶσιν ἐπάβολος», Θεόκρ.) … Dictionary of Greek
αἰκίαισιν — αἰκί̱αισιν , αἰκία insulting treatment fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αἰτναίαισιν — Αἰτναί̱αισιν , Αἰτναῖος of fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰδυίαισιν — εἰδυί̱αισιν , οἶδα see perf part act fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θείαισιν — θεία one s father s fem dat pl (epic ionic aeolic) θεί̱αισιν , θεῖος 1 of fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μαντείαισιν — μαντεία prophetic power fem dat pl (epic ionic aeolic) μαντεί̱αισιν , μαντεῖος oracular fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παντοίαισιν — παντοί̱αισιν , παντοῖος of all sorts fem dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)