-
1 ἐξοπτάω
A bake thoroughly,ἐν τῇ καμίνῳ τοὺς ἀμφορέας Hdt.4.164
;σάρκας πυρί E.Cyc. 403
, cf. Ar.Ach. 1005:—[voice] Pass.,τεμάχη ἐξωπτημένα Pherecr.108.10
, cf. Eub.15.8; ἐ. τὴν κάμινον heat it violently, Hdt. 4.163.II metaph., of love,ἐξοπτᾷ δ' ἐμέ S.Fr.474.3
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > ἐξοπτάω
-
2 δαίω
δαίω (A), [voice] Act. only [tense] pres. and [tense] impf. (but ἔδευσε may be for ἔδαυσε [tense] aor. 1, cf. infr. 11, Berl.Sitzb. 1902.1098): —[voice] Pass., [tense] pres. and [tense] impf., Hom.: [tense] aor. 2 subj.Aδάηται Il.20.316
: also intr. in [tense] pf. 2 [voice] Act. δέδηα, [tense] plpf. δεδήειν (v. infr.); [dialect] Ep. part. fem.δεδᾰυῖα Nonn.D.6.305
: [tense] aor. part. (if not from δαίνυμι): also [tense] aor. 2 subj. δαβῇ, ἐκδαβῇ, Hsch.: [tense] pf. [voice] Pass. δέδαυμαι (v. infr. 11). (Δαϝ-ψω, cf. δε-δαυ-μένος, δαβελός, Skt. dunō óti 'burn'):—poet. Verb, light up, kindle, δαῖέ οἱ ἐκ κόρυθός τε καὶ ἀσπίδος ἀκάματον πῦρ she made fire burn from.., Il.5.4, cf. 7;ἐκ δ' αὐτοῦ δαῖε φλόγα 18.206
, cf. 227; soπῦρ καὶ φῶς δ. A.Ch. 864
(lyr.); : metaph.,δαῖε δ' ἐν ὀφθαλμοῖς.. πόθον A.R.4.1147
:—[voice] Pass., blaze, burn fiercely,ἐν πεδίῳ πῦρ δαίετο καῖε δὲ νεκρούς Il.21.343
; πυρὶ ὄσσε δεδήει blazed with fire, 12.466; blaze like fire,Od.
6.132; : mostly metaph. sense,μάχη πόλεμός τε δέδηεν Il.20.18
, al., cf. 12.35, 17.253; Ὄσσα δεδήει Rumour spread like wild-fire, 2.93; glowed,Emp.
130.2.II burn up,μῆρ' ἐπὶ βωμῶν Epigr.Gr.1035.20
(Pergam.); σάρκας ἔδευσε (sic) πυρί Berl.Sitzb. l.c.; τὰν χώραν δ. Decr.Byz. ap. D.18.90; use cautery, Hp.Haem.2 (very rare in Prose):—[voice] Pass., l.c.;μηρίων δεδαυμένων Semon.30
; ἐν ἔρωτι δεδ., prob. in Call.Epigr.50 (cf. ).------------------------------------δαίω (B),A divide:—[voice] Act. is not found in this sense (for [tense] aor. ἔδαισα v. δαίνυμι) , δαΐζω being used:—[voice] Pass., δαίεται ἦτορ my heart is torn, distracted, Od.1.48: [dialect] Ep. [ per.] 3pl. [tense] pf., Αἰθίοπας, τοὶ διχθὰ δεδαίαται ib.23: —more freq. in [voice] Med., distribute,κρέα δαίετο 15.140
;κρέα πολλὰ δαιόμενος 17.332
;πήματα.. δαίονται βροτοῖς ἀθάνατοι Pi.P.3.81
; cf. δατέομαι. -
3 καταξαίνω
A :—card, comb well,καταξῆναι Pl.
Com.245:—[voice] Pass.,εἴρια κατεξασμένα Hp.Ulc.24
; πέτρα κατεξαμμένη hollowed out, D.S.17.71 (hence καταξάνωσι cj. Dind. Id.1.98).2 tear in pieces, rend in shreds,πλόκους κόμης E. Ion 1267
;πολλοὺς αἱ σαὶ καταξανοῦσι.. χέρες Lyc.300
;σάρκας LXX
l.c.; ; so κ. τινὰ εἰς φοινικίδα pound him (by stoning) to red rags, Ar. Ach. 320:—[voice] Pass., πέτροισι.. καταξανθεὶς θανεῖν crushed to atoms, S. Aj. 728;πρὶν κατεξάνθαι βολαῖς E.Ph. 1145
;πέτραις καταξανθέντες ὀστέων ῥαφάς Id.Supp. 503
;πυρὶ καταξανθέντας Id.HF 285
; .3 wear, waste away,πνοαὶ.. τρίβῳ κατέξαινον ἄνθος Ἀργείων A.Ag. 197
(lyr.);τὴν σάρκα Epicur. Sent.Vat.51
;νόσοι κ. ὅλα δι' ὅλων Ph.2.432
:—[voice] Pass.,κατεξάνθην πόνοις E.Med. 1030
; ;κατέξανται δέμας Id.Hipp. 274
; ὅπλα κατεξάνθαι were worn out by use, D.S.17.94; .Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > καταξαίνω
См. также в других словарях:
Μουσείο, Αρχαιολογικό Θήβας — Το Μουσείο της Θήβας (Θρεψιάδου 1, πλατεία Κεραμοπούλου) στεγάζει μια αντιπροσωπευτική συλλογή ευρημάτων του νομού Βοιωτίας, που καλύπτουν χρονικά όλη την περίοδο της πλούσιας προϊστορίας και ιστορίας αυτού του σημαντικού για την ιστορία της… … Dictionary of Greek